Σελίδες

Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2015

ΔΕΙΤΕ ΚΑΙ ΦΡΙΞΤΕ! ΤΟ "ΠΟΤΑΜΙ" ΖΗΤΑΕΙ ΝΑ ΚΑΤΑΡΓΗΘΟΥΝ ΑΠΟ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ Η ΛΕΞΗ "ΕΘΝΟΣ" ΚΑΙ Η ΕΠΙΚΛΗΣΗ ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΗΣ "ΑΓΙΑΣ ΟΜΟΟΥΣΙΟΥ ΤΡΙΑΔΟΣ"! ΔΙΑΔΩΣΤΕ ΤΟ....



Είναι επικίνδυνοι στο ΠΟΤΑΜΙ και παίζουν άσχημο παιχνίδι σε βάρος της χώρας. Είναι Δούρειος Ίππος. 
Αναπαράγουμε ολόκληρη την πρόταση αναθεώρησης από το blog του ιδίου του κ. Σταύρου Τσακυράκη, εκ μέρους του Ποταμιού για ενημέρωση των αναγνωστών. (Η πρόταση αναδημοσιεύεται στο antibaro.gr/article/11720, απ'όπου και την διαβάσαμε).
Σταχυολογούμε:
1. Κατάργηση του προοιμίου «Εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος».

(Θυμίζουμε ότι σε όλα τα ελληνικά Συντάγματα, από το πρώτο ως το...


τελευταίο, αυτό το προοίμιο είναι γραμμένο δίπλα στις λέξεις «Το Σύνταγμα της Ελλάδος», το οποίο δείχνει την κεντρική αρχή γύρω από την οποία γράφτηκε, ψηφίστηκε και τηρείται το Σύνταγμα από ίδρυσης του κράτους. Προφανώς λοιπόν, άρνησή του σημαίνει άρνηση του Συντάγματος εν συνόλω. Συνεπώς, αυτό αφαιρείται μόνο με επανιδρυτική πράξη του Ελλαδικού κράτος.)
2. Κατάργηση της λέξης «ΕΘΝΟΣ» στο άρθρο 1, παράγραφος 3 ως λέξη που δημιουργεί «ΣΥΓΧΥΣΗ» και «ΠΑΡΕΡΜΗΝΕΙΕΣ»(!!)
Γράφει το στέλεχος του Ποταμιού: «Απαλείφεται από την παράγραφο 3 η αναφορά στο «Έθνος», η οποία, χωρίς να προσθέτει τίποτα το ουσιαστικό στη συνταγματική ρύθμιση, είναι ικανή να δημιουργήσει σύγχυση και παρερμηνείες, στο μέτρο που αντιδιαστέλλει (ατυχώς) την εθνική με τη λαϊκή κυριαρχία».
3. Κατάργηση ολόκληρου του άρθρου 3 χωρίς αντικατάστασή του (περί σχέσεων εκκλησίας – κράτους)
Παρατίθεται ολόκληρη η πρόταση

Ισχύον ΚείμενοΠρόταση ΑναθεωρήσεωςΠαρατηρήσεις

Σύνταγμα της Ελλάδας
Εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ – Βασικές διατάξειςΤΜΗΜΑ Α΄
Μορφή του πολιτεύματος
Άρθρο 1
  1. Το πολίτευμα της Ελλάδας είναι Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία.
  2. Θεμέλιο του πολιτεύματος είναι η λαϊκή κυριαρχία.
  3. Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα.

Σύνταγμα της Ελλάδας
 (καταργείται)
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ – Βασικές διατάξεις
 
Άρθρο 1

  1. Το πολίτευμα της Ελλάδας είναι Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία.
  2. Θεμέλιο του πολιτεύματος είναι η λαϊκή κυριαρχία.
  3. Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα.
Απαλείφεται από το προοίμιο η αναφορά στην Αγία Τριάδα, διότι δεν έχει θέση στο Σύνταγμα.





Απαλείφεται από την παράγραφο 3 η αναφορά στο «Έθνος», η οποία, χωρίς να προσθέτει τίποτα το ουσιαστικό στη συνταγματική ρύθμιση, είναι ικανή να δημιουργήσει σύγχυση και παρερμηνείες, στο μέτρο που αντιδιαστέλλει (ατυχώς) την εθνική με τη λαϊκή κυριαρχία.

Άρθρο 2

  1. Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας.
  2. Η Ελλάδα, ακολουθώντας της γενικά αναγνωρισμένους κανόνες του διεθνούς δικαίου, επιδιώκει την εμπέδωση της ειρήνης, της δικαιοσύνης, καθώς και την ανάπτυξη των φιλικών σχέσεων μεταξύ των λαών και των κρατών.


Άρθρο 2

  1. Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας.
  2. Η Ελλάδα, ακολουθώντας της γενικά αναγνωρισμένους κανόνες του διεθνούς δικαίου, επιδιώκει την εμπέδωση της ειρήνης, της δικαιοσύνης, καθώς και την ανάπτυξη των φιλικών σχέσεων μεταξύ των λαών και των κρατών.

Παραμένει ως έχει.

ΤΜΗΜΑ Β΄
Σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας
Άρθρο 3
  1. Επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα είναι η θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού. Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδας, που γνωρίζει κεφαλή της τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, υπάρχει αναπόσπαστα ενωμένη δογματικά με τη Μεγάλη Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης και με κάθε άλλη ομόδοξη Εκκλησία του Χριστού· τηρεί απαρασάλευτα, όπως εκείνες, τους ιερούς αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες και τις ιερές παραδόσεις. Είναι αυτοκέφαλη, διοικείται από την Ιερά Σύνοδο των εν ενεργεία Αρχιερέων και από τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο που προέρχεται από αυτή και συγκροτείται όπως ορίζει ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας, με τήρηση των διατάξεων του Πατριαρχικού Τόμου της κθ΄ (29) Ιουνίου 1850 και της Συνοδικής Πράξης της 4ης Σεπτεμβρίου 1928.
  2. Το εκκλησιαστικό καθεστώς που υπάρχει σε ορισμένες περιοχές του Κράτους δεν αντίκειται στις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου.
  3. Το κείμενο της Αγίας Γραφής τηρείται αναλλοίωτο. Η επίσημη μετάφρασή του σε άλλο γλωσσικό τύπο απαγορεύεται χωρίς την έγκριση της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ελλάδας και της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας στην Κωνσταντινούπολη.
    











Άρθρο 3
(καταργείται)







Η ρύθμιση των σχέσεων Κράτους – Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας δεν είναι συνταγματικής τάξεως ζήτημα και, εν πάση περιπτώσει, απόκειται στη βούληση του κοινού νομοθέτη.

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕPΟ
Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα
Άρθρο 4
  1. Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου.
  2. Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις.
  3. Έλληνες πολίτες είναι όσοι έχουν τα προσόντα που ορίζει ο νόμος. Επιτρέπεται να αφαιρεθεί η ελληνική ιθαγένεια μόνο σε περίπτωση που κάποιος απέκτησε εκούσια άλλη ιθαγένεια ή που ανέλαβε σε ξένη χώρα υπηρεσία αντίθετη προς τα εθνικά συμφέροντα, με τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία που προβλέπει ειδικότερα ο νόμος.
  4. Μόνο Έλληνες πολίτες είναι δεκτοί σε όλες τις δημόσιες λειτουργίες, εκτός από τις εξαιρέσεις που εισάγονται με ειδικούς νόμους.
  5. Οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους.
  6. Κάθε Έλληνας που μπορεί να φέρει όπλα είναι υποχρεωμένος να συντελεί στην άμυνα της Πατρίδας, σύμφωνα με τους ορισμούς των νόμων.
  7. Τίτλοι ευγένειας ή διάκρισης ούτε απονέμονται ούτε αναγνωρίζονται σε Έλληνες πολίτες.
Ερμηνευτική δήλωση:
Η διάταξη της παραγράφου 6 δεν αποκλείει να προβλέπεται με νόμο η υποχρεωτική προσφορά άλλων υπηρεσιών, εντός ή εκτός των ενόπλων δυνάμεων (εναλλακτική θητεία), από όσους έχουν τεκμηριωμένη αντίρρηση συνείδησης για την εκτέλεση ένοπλης ή γενικά στρατιωτικής υπηρεσίας.

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕPΟ
Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα
Άρθρο 4
  1. Οι Ελληνίδες και οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου.
  2. Έλληνες πολίτες είναι όσοι έχουν τα προσόντα που ορίζει ο νόμος. Επιτρέπεται να αφαιρεθεί η ελληνική ιθαγένεια μόνο σε περίπτωση που κάποιος απέκτησε εκούσια άλλη ιθαγένεια ή που ανέλαβε σε ξένη χώρα υπηρεσία αντίθετη προς τα εθνικά συμφέροντα, με τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία που προβλέπει ειδικότερα ο νόμος.
  3. Μόνο Έλληνες πολίτες είναι δεκτοί σε όλες τις δημόσιες λειτουργίες, εκτός από τις εξαιρέσεις που εισάγονται με ειδικούς νόμους.
  4. Οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους.
  5. Κάθε Έλληνας είναι υποχρεωμένος να συντελεί στην άμυνα της Πατρίδας. Νόμος προβλέπει την υποχρεωτική προσφορά άλλων υπηρεσιών, εντός ή εκτός των ενόπλων δυνάμεων (εναλλακτική θητεία), από όσους έχουν τεκμηριωμένη αντίρρηση συνείδησης για την εκτέλεση ένοπλης ή γενικά στρατιωτικής υπηρεσίας.

Προστίθενται (και ρητώς) στην παράγραφο 1 οι Ελληνίδες ως απολαύουσες ισότητα ενώπιον του νόμου.Απαλείφεται η ρύθμιση της παραγράφου 2 ως περιττή.








Απαλείφεται από την παράγραφο 5 η αναφορική πρόταση «που μπορεί να φέρει όπλα», διότι και οι μη δυνάμενοι να φέρουν όπλα υποχρεούνται να συνεισφέρουν στην άμυνα της πατρίδας, προσφέροντας διαφορετικής μορφής υπηρεσίες.

Απαλείφεται η παράγραφος 7, η οποία σχετίζεται με την απαγόρευση των τίτλων ευγενείας, ως παρωχημένη ρύθμιση.

Άρθρο 5

  1. Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη.
  2. Όλοι όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας τους, χωρίς διάκριση εθνικότητας, φυλής, γλώσσας και θρησκευτικών ή πολιτικών πεποιθήσεων. Εξαιρέσεις επιτρέπονται στις περιπτώσεις που προβλέπει το διεθνές δίκαιο.
    Απαγορεύεται η έκδοση αλλοδαπού που διώκεται για τη δράση του υπέρ της ελευθερίας.
  3. Η προσωπική ελευθερία είναι απαραβίαστη. Κανένας δεν καταδιώκεται ούτε συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται ούτε με οποιονδήποτε άλλο τρόπο περιορίζεται, παρά μόνο όταν και όπως ορίζει ο νόμος.
  4. Απαγορεύονται ατομικά διοικητικά μέτρα που περιορίζουν σε οποιονδήποτε Έλληνα την ελεύθερη κίνηση ή εγκατάσταση στη Χώρα, καθώς και την ελεύθερη έξοδο και είσοδο σ’ αυτήν. Τέτοιου περιεχομένου περιοριστικά μέτρα είναι δυνατόν να επιβληθούν μόνο ως παρεπόμενη ποινή με απόφαση ποινικού δικαστηρίου, σε εξαιρετικές περιπτώσεις ανάγκης και μόνο για την πρόληψη αξιόποινων πράξεων, όπως νόμος ορίζει.
  5. Καθένας έχει δικαίωμα στην προστασία της υγείας και της γενετικής του ταυτότητας. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την προστασία κάθε προσώπου έναντι των βιοϊατρικών παρεμβάσεων.
Ερμηνευτική δήλωση:
Στην απαγόρευση της παραγράφου 4 δεν περιλαμβάνεται η απαγόρευση της εξόδου με πράξη του εισαγγελέα, εξαιτίας ποινικής δίωξης, ούτε η λήψη μέτρων που επιβάλλονται για την προστασία της δημόσιας υγείας ή της υγείας ασθενών, όπως νόμος ορίζει.

Άρθρο 5

  1. Κάθε πολίτης έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας.
  2. Όλοι όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής, της ελευθερίας και τηςανθρώπινης αξίας τους, χωρίς διάκριση εθνικότητας, φυλής, φύλου, γλώσσας και θρησκευτικών ή πολιτικών πεποιθήσεων.
    Απαγορεύεται η έκδοση αλλοδαπού που διώκεται για τη δράση του υπέρ της ελευθερίας.
  3. Η προσωπική ελευθερία είναι απαραβίαστη. Κανένας δεν καταδιώκεται ούτε συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται ούτε με οποιονδήποτε άλλο τρόπο περιορίζεται, παρά μόνο όταν και όπως ορίζει ο νόμος.
  4. Απαγορεύονται ατομικά διοικητικά μέτρα που περιορίζουν σε οποιονδήποτε Έλληνα την ελεύθερη κίνηση ή εγκατάσταση στη Χώρα, καθώς και την ελεύθερη έξοδο και είσοδο σ’ αυτήν. Τέτοιου περιεχομένου περιοριστικά μέτρα είναι δυνατόν να επιβληθούν μόνο ως παρεπόμενη ποινή με απόφαση ποινικού δικαστηρίου, σε εξαιρετικές περιπτώσεις ανάγκης και μόνο για την πρόληψη αξιόποινων πράξεων. Στην ως άνω απαγόρευση δεν περιλαμβάνεται η απαγόρευση της εξόδου με πράξη του εισαγγελέα, εξαιτίας ποινικής δίωξης, ούτε η λήψη μέτρων που επιβάλλονται για την προστασία της δημόσιας υγείας ή της υγείας ασθενών, όπως νόμος ορίζει.

Περιορίζονται οι φορείς των ελευθεριών της παραγράφου 1, διότι συνταγματικό δικαίωμα συμμετοχής στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας έχουν μόνον οι Έλληνες πολίτες.Απαλείφονται οι γενικοί περιορισμοί του δικαιώματος της παραγράφου 1, διότι είναι αυτονόητο ότι κανείς δεν έχει δικαίωμα να παραβιάζει το Σύνταγμα ή να προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων.Η επιφύλαξη των χρηστών ηθών καταργείται διότι εισάγει μιαν αόριστη ρήτρα περιορισμού δικαιώματος (αβέβαιος περιορισμός).
Η λέξη «τιμή» της παραγράφου 2 αντικαθίσταται από την έκφραση«ανθρώπινη αξία», για να φανεί εναργέστερα ποιο είναι το προστατευόμενο αγαθό της εν λόγω ρύθμισης.

Άρθρο 5Α

  1. Καθένας έχει δικαίωμα στην πληροφόρηση, όπως νόμος ορίζει. Περιορισμοί στο δικαίωμα αυτό είναι δυνατόν να επιβληθούν με νόμο μόνο εφόσον είναι απολύτως αναγκαίοι και δικαιολογούνται για λόγους εθνικής ασφάλειας, καταπολέμησης του εγκλήματος ή προστασίας δικαιωμάτων και συμφερόντων τρίτων.
  2. Καθένας έχει δικαίωμα συμμετοχής στην Κοινωνία της Πληροφορίας. Η διευκόλυνση της πρόσβασης στις πληροφορίες που διακινούνται ηλεκτρονικά, καθώς και της παραγωγής, ανταλλαγής και διάδοσής τους αποτελεί υποχρέωση του Κράτους, τηρουμένων πάντοτε των εγγυήσεων των άρθρων 9, 9Α και 19.
    







Άρθρο 5Α
(καταργείται)


Το άρθρο 5Α προστέθηκε άνευ λόγου με την αναθεώρηση του 2001 και τώρα καταργείται, διότι, το δικαίωμα πληροφόρησης κατοχυρώνεται ήδη σε άλλες μείζονες διατάξεις και ιδίως σε εκείνες που αναφέρονται στην ελευθερία του τύπου και της έκφρασης.

Άρθρο 6

  1. Κανένας δεν συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται χωρίς αιτιολογημένο δικαστικό ένταλμα, που πρέπει να επιδοθεί τη στιγμή που γίνεται η σύλληψη ή η προφυλάκιση. Εξαιρούνται τα αυτόφωρα εγκλήματα.
  2. Όποιος συλλαμβάνεται για αυτόφωρο έγκλημα ή με ένταλμα προσάγεται στον αρμόδιο ανακριτή το αργότερο μέσα σε είκοσι τέσσερις ώρες από τη σύλληψη, αν όμως η σύλληψη έγινε έξω από την έδρα του ανακριτή, η προσαγωγή γίνεται μέσα στον απολύτως αναγκαίο χρόνο για τη μεταγωγή του. Ο ανακριτής οφείλει, μέσα σε τρεις ημέρες από την προσαγωγή, είτε να απολύσει τον συλληφθέντα είτε να εκδώσει ένταλμα φυλάκισης. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται για δύο ημέρες, αν το ζητήσει αυτός που έχει προσαχθεί, ή σε περίπτωση ανώτερης βίας που βεβαιώνεται αμέσως με απόφαση του αρμόδιου δικαστικού συμβουλίου.
  3. Όταν περάσει άπρακτη καθεμία από τις δύο αυτές προθεσμίες, κάθε δεσμοφύλακας ή άλλος, είτε πολιτικός υπάλληλος είτε στρατιωτικός, στον οποίο έχει ανατεθεί η κράτηση εκείνου που έχει συλληφθεί, οφείλει να τον απολύσει αμέσως. Οι παραβάτες τιμωρούνται για παράνομη κατακράτηση και υποχρεούνται να επανορθώσουν κάθε ζημία που έγινε στον παθόντα και να τον ικανοποιήσουν για ηθική βλάβη με χρηματικό ποσό, όπως νόμος ορίζει.
  4. Νόμος ορίζει το ανώτατο όριο διάρκειας της προφυλάκισης, που δεν μπορεί να υπερβεί το ένα έτος στα κακουργήματα και τους έξι μήνες στα πλημμελήματα. Σε εντελώς εξαιρετικές περιπτώσεις τα ανώτατα αυτά όρια μπορούν να παραταθούν για έξι και τρεις μήνες, αντίστοιχα, με απόφαση του αρμόδιου δικαστικού συμβουλίου.
    Απαγορεύεται η υπέρβαση των ανώτατων ορίων της προφυλάκισης με τη διαδοχική επιβολή του μέτρου αυτού για επί μέρους πράξεις της ίδιας υπόθεσης.

Άρθρο 6

  1. Κανένας δεν συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται χωρίς αιτιολογημένο δικαστικό ένταλμα, που πρέπει να επιδοθεί τη στιγμή που γίνεται η σύλληψη ή η προφυλάκιση. Εξαιρούνται τα αυτόφωρα εγκλήματα.
  2. Όποιος συλλαμβάνεται προσάγεται στον αρμόδιο ανακριτή το αργότερο μέσα σε είκοσι τέσσερις ώρες από τη σύλληψη, αν όμως η σύλληψη έγινε έξω από την έδρα του ανακριτή, η προσαγωγή γίνεται μέσα στον απολύτως αναγκαίο χρόνο για τη μεταγωγή του. Ο ανακριτής οφείλει, μέσα σε τρεις ημέρες από την προσαγωγή, είτε να απολύσει τον συλληφθέντα είτε να εκδώσει ένταλμα φυλάκισης. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται για δύο ημέρες, αν το ζητήσει αυτός που έχει προσαχθεί, ή σε περίπτωση ανώτερης βίας που βεβαιώνεται αμέσως με απόφαση του αρμόδιου δικαστικού συμβουλίου.
  3. Όταν περάσει άπρακτη καθεμία από τις δύο αυτές προθεσμίες, κάθε δεσμοφύλακας ή άλλος, είτε πολιτικός υπάλληλος είτε στρατιωτικός, στον οποίο έχει ανατεθεί η κράτηση εκείνου που έχει συλληφθεί, οφείλει να τον απολύσει αμέσως. Οι παραβάτες τιμωρούνται για παράνομη κατακράτηση και υποχρεούνται να επανορθώσουν κάθε ζημία που έγινε στον παθόντα και να τον ικανοποιήσουν για ηθική βλάβη με χρηματικό ποσό, όπως νόμος ορίζει.
  4. Νόμος ορίζει το ανώτατο όριο διάρκειας της προσωρινής κράτησης. Απαγορεύεται η υπέρβαση των ανώτατων ορίων της προσωρινής κράτησης με τη διαδοχική επιβολή του μέτρου αυτού για επί μέρους πράξεις της ίδιας υπόθεσης.








































Απαλείφεται η ρητή πρόβλεψη ανωτάτων ορίων προσωρινής κράτησης και καταλείπεται στον κοινό νομοθέτη η ευχέρεια θέσπισης ενός ευλόγου χρόνου προσωρινής κράτησης, (ακόμα και μακρότερου από τα ισχύοντα ανώτατα όρια), αλλά πάντως ελεγχόμενου ως προς τη διάρκειά του, ώστε το μέτρο να μην καταστεί ιδιαίτερα επαχθές.

Άρθρο 7

  1. Έγκλημα δεν υπάρχει ούτε ποινή επιβάλλεται χωρίς νόμο που να ισχύει πριν από την τέλεση της πράξης και να ορίζει τα στοιχεία της. Ποτέ δεν επιβάλλεται ποινή βαρύτερη από εκείνη που προβλεπόταν κατά την τέλεση της πράξης.
  2. Τα βασανιστήρια, οποιαδήποτε σωματική κάκωση, βλάβη υγείας, ή άσκηση ψυχολογικής βίας, καθώς και κάθε άλλη προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας απαγορεύονται και τιμωρούνται, όπως νόμος ορίζει.
  3. Η γενική δήμευση απαγορεύεται. Θανατική ποινή δεν επιβάλλεται, εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στο νόμο για κακουργήματα τα οποία τελούνται σε καιρό πολέμου και σχετίζονται με αυτόν.
  4. Νόμος ορίζει με ποιους όρους το Κράτος παρέχει, ύστερα από δικαστική απόφαση, αποζημίωση σε όσους καταδικάστηκαν, προφυλακίστηκαν ή με άλλο τρόπο στερήθηκαν άδικα ή παράνομα την προσωπική τους ελευθερία.

Άρθρο 7

  1. Έγκλημα δεν υπάρχει ούτε ποινή επιβάλλεται χωρίς νόμο που να ισχύει πριν από την τέλεση της πράξης και να ορίζει τα στοιχεία της. Ποτέ δεν επιβάλλεται ποινή βαρύτερη από εκείνη που προβλεπόταν κατά την τέλεση της πράξης.
  2. Τα βασανιστήρια, οποιαδήποτε σωματική κάκωση, βλάβη υγείας, ή άσκηση ψυχολογικής βίας, καθώς και κάθε άλλη προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας απαγορεύονται και τιμωρούνται, όπως νόμος ορίζει.
  3. Η θανατική ποινή απαγορεύεται.
  4. Το Κράτος οφείλει, ύστερα από δικαστική απόφαση, αποζημίωση σε όσους καταδικάστηκαν, προφυλακίστηκαν ή με άλλο τρόπο στερήθηκαν άδικα ή παράνομα την προσωπική τους ελευθερία.






Απαλείφεται από την παράγραφο 3 η ρητή απαγόρευση της γενικής δήμευσης, ως ευθέως προκύπτουσα από το άρθρο 17 του Συντάγματος.
Η συνταγματική απαγόρευση της θανατικής ποινής καθίσταται απόλυτη.

Άρθρο 8
Κανένας δεν στερείται χωρίς τη θέλησή του το δικαστή που του έχει ορίσει ο νόμος.
Δικαστικές επιτροπές και έκτακτα δικαστήρια, με οποιοδήποτε όνομα, δεν επιτρέπεται να συσταθούν.

Άρθρο 8
Κανένας δε στερείται χωρίς τη θέλησή του το δικαστή που του έχει ορίσει ο νόμος.
Απαλείφεται η ρητή απαγόρευση σύστασης δικαστικών επιτροπών και εκτάκτων δικαστηρίων, ως παρωχημένη και περιττή (προκύπτει ήδη από το δικαίωμα στο φυσικό δικαστή).

Άρθρο 9

  1. Η κατοικία του καθενός είναι άσυλο. Η ιδιωτική και οικογενειακή ζωή του ατόμου είναι απαραβίαστη. Καμία έρευνα δεν γίνεται σε κατοικία, παρά μόνο όταν και όπως ορίζει ο νόμος και πάντοτε με την παρουσία εκπροσώπων της δικαστικής εξουσίας.
  2. Οι παραβάτες της προηγούμενης διάταξης τιμωρούνται για παραβίαση του οικιακού ασύλου και για κατάχρηση εξουσίας και υποχρεούνται σε πλήρη αποζημίωση του παθόντος, όπως νόμος ορίζει.

Άρθρο 9

  1. Η κατοικία του καθενός είναι άσυλο. Η ιδιωτική και οικογενειακή ζωή του ατόμου είναι απαραβίαστη. Καμία έρευνα δεν γίνεται σε κατοικία, παρά μόνο κατόπιν εντάλματος της δικαστικής αρχής.
  2. Οι παραβάτες της προηγούμενης διάταξης τιμωρούνται για παραβίαση του οικιακού ασύλου και για κατάχρηση εξουσίας και υποχρεούνται σε πλήρη αποζημίωση του παθόντος.
  3. Η προστασία των προσωπικών δεδομένων διασφαλίζεται από ανεξάρτητη αρχή, που συγκροτείται και λειτουργεί, όπως νόμος ορίζει.
Καταργείται η υποχρεωτική παρουσία εκπροσώπου της δικαστικής εξουσίας ως προϋπόθεση για τη νόμιμη έρευνα σε κατοικία. Η εν λόγω προϋπόθεση, η οποία δημιουργεί αχρείαστα και (ιδίως στις απομακρυσμένες περιοχές της περιφέρειας) ανυπέρβλητα γραφειοκρατικά εμπόδια στις έρευνες κατοικίας, αντικαθίσταται από την προηγούμενη έκδοση δικαστικού εντάλματος, το οποίο παρέχει επαρκείς εγγυήσεις για την άρση του ασύλου.

Άρθρο 9Α
Καθένας έχει δικαίωμα προστασίας από τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση, ιδίως με ηλεκτρονικά μέσα, των προσωπικών του δεδομένων, όπως νόμος ορίζει. Η προστασία των προσωπικών δεδομένων διασφαλίζεται από ανεξάρτητη αρχή, που συγκροτείται και λειτουργεί, όπως νόμος ορίζει.
    


Άρθρο 9Α
(καταργείται)
Το άρθρο για την προστασία των προσωπικών δεδομένων, το οποίο προστέθηκε άνευ λόγου με την αναθεώρηση του 2001, καταργείται, διότι το σχετικό δικαίωμα κατοχυρώνεται ήδη σε επαρκή βαθμό από άλλες διατάξεις του Συντάγματος, όπως είναι το άρθρο 9 §1 για την προστασία του ιδιωτικού βίου. Η διάταξη για την αρμοδιότητα της ΑΠΔΠΧ μετακινείται στο άρθρο 9 ως παράγραφος 3.

Άρθρο 10

  1. Καθένας ή πολλοί μαζί έχουν το δικαίωμα, τηρώντας τους νόμους του Κράτους, να αναφέρονται εγγράφως στις αρχές, οι οποίες είναι υποχρεωμένες να ενεργούν σύντομα κατά τις κείμενες διατάξεις και να απαντούν αιτιολογημένα σε εκείνον, που υπέβαλε την αναφορά, σύμφωνα με το νόμο.
  2. Μόνο μετά την κοινοποίηση της τελικής απόφασης της αρχής στην οποία απευθύνεται η αναφορά, και με την άδειά της, επιτρέπεται η δίωξη εκείνου που την υπέβαλε για παραβάσεις που τυχόν υπάρχουν σ’ αυτή.
  3. Η αρμόδια υπηρεσία ή αρχή υποχρεούται να απαντά στα αιτήματα για παροχή πληροφοριών και χορήγηση εγγράφων, ιδίως πιστοποιητικών, δικαιολογητικών και βεβαιώσεων μέσα σε ορισμένη προθεσμία, όχι μεγαλύτερη των 60 ημερών, όπως νόμος ορίζει. Σε περίπτωση παρόδου άπρακτης της προθεσμίας αυτής ή παράνομης άρνησης, πέραν των άλλων τυχόν κυρώσεων και έννομων συνεπειών, καταβάλλεται και ειδική χρηματική ικανοποίηση στον αιτούντα, όπως νόμος ορίζει.

Άρθρο 10

  1. Καθένας ή πολλοί μαζί έχουν το δικαίωμα να αναφέρονται εγγράφως στις αρχές, οι οποίες είναι υποχρεωμένες να ενεργούν σύντομα και να απαντούν αιτιολογημένα σε εκείνον που υπέβαλε την αναφορά.
  2. Μόνο μετά την κοινοποίηση της τελικής απόφασης της αρχής στην οποία απευθύνεται η αναφορά, και με την άδειά της, επιτρέπεται η δίωξη εκείνου που την υπέβαλε για παραβάσεις που τυχόν υπάρχουν σ’ αυτή.
  3. Η αρμόδια υπηρεσία ή αρχή υποχρεούται να απαντά στα αιτήματα για παροχή πληροφοριών και χορήγηση εγγράφων, ιδίως πιστοποιητικών, δικαιολογητικών και βεβαιώσεων μέσα σε εύλογη προθεσμία.

Απαλείφονται ως περιττές οι παραπομπές στο νόμο και οι επιφυλάξεις τηρήσεως αυτού.
Απαλείφεται από το συνταγματικό κείμενο:
– η ανώτατη προθεσμία απάντησης σε αιτήματα παροχής πληροφοριών και χορήγησης εγγράφων και
– η έννομη συνέπεια της άπρακτης παρέλευσης της ως άνω προθεσμίας ή της παράνομης απόρριψης του αιτήματος
Τα δύο αυτά ζητήματα καταλείπονται προς λεπτομερή ρύθμιση στον κοινό νομοθέτη, ο οποίος ελέγχεται και ως προς την τυχόν παράλειψή του να τα θεσπίσει.

Άρθρο 11

  1. Οι Έλληνες έχουν το δικαίωμα να συνέρχονται ήσυχα και χωρίς όπλα.
  2. Μόνο στις δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις μπορεί να παρίσταται η αστυνομία. Οι υπαίθριες συναθροίσεις μπορούν να απαγορευτούν με αιτιολογημένη απόφαση της αστυνομικής αρχής, γενικά, αν εξαιτίας τους επίκειται σοβαρός κίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια, σε ορισμένη δε περιοχή, αν απειλείται σοβαρή διατάραξη της κοινωνικοοικονομικής ζωής, όπως νόμος ορίζει.

Άρθρο 11

  1. Όλοι έχουν το δικαίωμα να συνέρχονται ήσυχα και χωρίς όπλα.
  2. Μόνο στις δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις μπορεί να παρίσταται η αστυνομία. Οι υπαίθριες συναθροίσεις μπορούν να απαγορευτούν με αιτιολογημένη απόφαση της αστυνομικής αρχής, γενικά, αν εξαιτίας της επίκειται σοβαρός κίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια, σε ορισμένη δε περιοχή, αν απειλείται σοβαρή διατάραξη της κοινωνικοοικονομικής ζωής.
Το δικαίωμα συναθροίσεως επεκτείνεται (ρητά) και σε μη Έλληνες πολίτες, συμφώνως προς τις επιταγές της ΕΣΔΑ.

Άρθρο 12

  1. Οι Έλληνες έχουν το δικαίωμα να συνιστούν ενώσεις και μη κερδοσκοπικά σωματεία, τηρώντας τους νόμους, που ποτέ όμως δεν μπορούν να εξαρτήσουν την άσκηση του δικαιώματος αυτού από προηγούμενη άδεια.
  2. Το σωματείο δεν μπορεί να διαλυθεί για παράβαση του νόμου ή ουσιώδους διάταξης του καταστατικού του, παρά μόνο με δικαστική απόφαση.
  3. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται αναλόγως και σε ενώσεις προσώπων που δεν συνιστούν σωματείο.
  4. Οι γεωργικοί και αστικοί συνεταιρισμοί κάθε είδους αυτοδιοικούνται σύμφωνα με τους όρους του νόμου και του καταστατικού τους και προστατεύονται και εποπτεύονται από το Κράτος, που είναι υποχρεωμένο να μεριμνά για την ανάπτυξή τους.
  5. Επιτρέπεται η σύσταση με νόμο αναγκαστικών συνεταιρισμών που αποβλέπουν στην εκπλήρωση σκοπών κοινής ωφέλειας ή δημόσιου ενδιαφέροντος ή κοινής εκμετάλλευσης γεωργικών εκτάσεων ή άλλης πλουτοπαραγωγικής πηγής, εφόσον πάντως εξασφαλίζεται η ίση μεταχείριση αυτών που συμμετέχουν.

Άρθρο 12

  1. Όλοι έχουν το δικαίωμα να συνιστούν ενώσεις και μη κερδοσκοπικά σωματεία, τηρώντας τους νόμους, που ποτέ όμως δεν μπορούν να εξαρτήσουν την άσκηση του δικαιώματος αυτού από προηγούμενη άδεια.
  2. Τα σωματεία και οι ενώσεις προσώπων δεν μπορούν να διαλυθούν παρά μόνο για παράβαση του νόμου ή ουσιώδους διάταξης του καταστατικού του κατόπιν δικαστικής απόφασης.

Το δικαίωμα της ένωσης επεκτείνεται (ρητά) και σε μη Έλληνες πολίτες, συμφώνως προς τις επιταγές της ΕΣΔΑΗ παράγραφος 3, η οποία εξομοιώνει τις ενώσεις με τα σωματεία, ως προς τη συνταγματική προστασία που απολαύουν έναντι του μέτρου της διάλυσης, συγχωνεύεται με την παράγραφο 2.



Απαλείφεται η παράγραφος 4 για τους γεωργικούς και αστικούς συνεταιρισμούς, οι οποίοι αποτελούν οικονομικές μορφές ενώσεων και κατοχυρώνονται από άλλες διατάξεις του Συντάγματος.

Απαλείφεται η παράγραφος 5 για τους αναγκαστικούς συνεταιρισμούς, η οποία συντηρεί έναν απαρχαιωμένο θεσμό, ο οποίος είναι ιδιαίτερα αμφίβολο αν συμβιβάζεται με την αρνητική ελευθερία της ένωσης, όπως αυτή κατοχυρώνεται από την ΕΣΔΑ.

Άρθρο 13

  1. Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι απαραβίαστη. Η απόλαυση των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων δεν εξαρτάται από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις καθενός.
  2. Κάθε γνωστή θρησκεία είναι ελεύθερη και τα σχετικά με τη λατρεία της τελούνται ανεμπόδιστα υπό την προστασία των νόμων. Η άσκηση της λατρείας δεν επιτρέπεται να προσβάλλει τη δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη. Ο προσηλυτισμός απαγορεύεται.
  3. Οι λειτουργοί όλων των γνωστών θρησκειών υπόκεινται στην ίδια εποπτεία της Πολιτείας και στις ίδιες υποχρεώσεις απέναντί της, όπως και οι λειτουργοί της επικρατούσας θρησκείας.
  4. Κανένας δεν μπορεί, εξαιτίας των θρησκευτικών του πεποιθήσεων, να απαλλαγεί από την εκπλήρωση των υποχρεώσεων προς το Κράτος ή να αρνηθεί να συμμορφωθεί προς τους νόμους.
  5. Κανένας όρκος δεν επιβάλλεται χωρίς νόμο, που ορίζει και τον τύπο του.


Άρθρο 13

  1. Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι απαραβίαστη. Η απόλαυση των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων δεν εξαρτάται από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις καθενός.
  2. Κάθε θρησκεία είναι ελεύθερη. Η διάδοση των θρησκειών και τα σχετικά με την άσκηση της λατρείας τους τελούνται υπό την προστασία των νόμων.
  3. Δεν υπάρχει επίσημη θρησκεία του Κράτους. Νόμος ορίζει τις σχέσεις της πολιτείας με τις διάφορες θρησκείες, λαμβάνοντας υπ’ όψη τη σημασία και την ιστορική παράδοση της κάθε μιας στην ελληνική κοινωνία, χωρίς να επιτρέπονται διακρίσεις που να πατακωλύουν την ελεύθερη λατρεία όλων των θρησκειών.





Η απαγόρευση της προσβολής της δημόσιας τάξης και των χρηστών ηθών κατά την άσκηση της θρησκευτικής λατρείας απαλείφεται: της μεν δημόσιας τάξης, διότι είναι αυτονόητη, των δε χρηστών ηθών, διότι δεν είναι ανεκτό να εισάγεται μέσω μιας αόριστης γενικής ρήτρας ένας αβέβαιος περιορισμός ατομικού δικαιώματος.
Η απαγόρευση του προσηλυτισμού καταργείται ολοσχερώς, διότι είναι ασυμβίβαστη με τις διατάξεις τις ΕΣΔΑ περί θρησκευτικής ελευθερίας και περί ελευθερίας της έκφρασης.
Απαλείφονται οι παράγραφοι 3, 4 και 5, διότι:
– Το καθεστώς των λειτουργών των διαφόρων θρησκειών δεν αποτελεί ζήτημα που πρέπει να ρυθμιστεί σε επίπεδο Συντάγματος.
– Η παράγραφος 4 είναι αυτονόητη και ισχύει για κάθε ατομικό δικαίωμα (τα ατομικά δικαιώματα δεν αποτελούν ερείσματα μη συμμόρφωσης στο νόμο).
– Η παράγραφος 5 είναι επίσης περιττή.
Διατυπώνεται ρητώς η ανυπαρξία επίσημης θρησκείας του κράτους και εξουσιοδοτείται ο κοινός νομοθέτης να ρυθμίσει τις σχέσεις συνεργασίας της πολιτείας με τις διάφορες θρησκείες (και όχι μόνο με εκείνη της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας), λαμβάνοντας υπόψη το ειδικό βάρος και την ιστορική παράδοση της καθεμιάς στην ελληνική κοινωνία, χωρίς, όμως, να επιτρέπεται ουσιώδης διάκριση στη μεταχείρισή τους.

Άρθρο 14

  1. Καθένας μπορεί να εκφράζει και να διαδίδει προφορικά, γραπτά και δια του τύπου τους στοχασμούς του τηρώντας τους νόμους του Κράτους.
  2. Ο τύπος είναι ελεύθερος. Η λογοκρισία και κάθε άλλο προληπτικό μέτρο απαγορεύονται.
  3. Η κατάσχεση εφημερίδων και άλλων εντύπων, είτε πριν από την κυκλοφορία είτε ύστερα από αυτή, απαγορεύεται.
    Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η κατάσχεση, με παραγγελία του εισαγγελέα, μετά την κυκλοφορία:
α) για προσβολή της χριστιανικής και κάθε άλλης γνωστής θρησκείας,
β) για προσβολή του προσώπου του Προέδρου της Δημοκρατίας,
γ) για δημοσίευμα που αποκαλύπτει πληροφορίες για τη σύνθεση, τον εξοπλισμό και τη διάταξη των ενόπλων δυνάμεων ή την οχύρωση της Χώρας ή που έχει σκοπό τη βίαιη ανατροπή του πολιτεύματος ή στρέφεται κατά της εδαφικής ακεραιότητας του Κράτους,
δ) για άσεμνα δημοσιεύματα που προσβάλλουν ολοφάνερα τη δημόσια αιδώ, στις περιπτώσεις που ορίζει ο νόμος.
  1. Σ’ όλες τις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου ο εισαγγελέας, μέσα σε είκοσι τέσσερις ώρες από την κατάσχεση, οφείλει να υποβάλει την υπόθεση στο δικαστικό συμβούλιο, και αυτό, μέσα σε άλλες είκοσι τέσσερις ώρες, οφείλει να αποφασίσει για τη διατήρηση ή την άρση της κατάσχεσης, διαφορετικά η κατάσχεση αίρεται αυτοδικαίως. Τα ένδικα μέσα της έφεσης και της αναίρεσης επιτρέπονται στον εκδότη της εφημερίδας ή άλλου εντύπου που κατασχέθηκε και στον εισαγγελέα.
  2. Καθένας ο οποίος θίγεται από ανακριβές δημοσίευμα ή εκπομπή έχει δικαίωμα απάντησης, το δε μέσο ενημέρωσης έχει αντιστοίχως υποχρέωση πλήρους και άμεσης επανόρθωσης. Καθένας ο οποίος θίγεται από υβριστικό ή δυσφημιστικό δημοσίευμα ή εκπομπή έχει, επίσης, δικαίωμα απάντησης, το δε μέσο ενημέρωσης έχει αντιστοίχως υποχρέωση άμεσης δημοσίευσης ή μετάδοσης της απάντησης. Νόμος ορίζει τον τρόπο με τον οποίο ασκείται το δικαίωμα απάντησης και διασφαλίζεται η πλήρης και άμεση επανόρθωση ή η δημοσίευση και μετάδοση της απάντησης.
  3. Το δικαστήριο, ύστερα από τρεις τουλάχιστον καταδίκες μέσα σε μία πενταετία για διάπραξη των εγκλημάτων που προβλέπονται στην παράγραφο 3, διατάσσει την οριστική ή προσωρινή παύση της έκδοσης του εντύπου και, σε βαριές περιπτώσεις, την απαγόρευση της άσκησης του δημοσιογραφικού επαγγέλματος από το πρόσωπο που καταδικάστηκε, όπως νόμος ορίζει. Η παύση ή η απαγόρευση αρχίζουν αφότου η καταδικαστική απόφαση γίνει αμετάκλητη.
  4. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την αστική και ποινική ευθύνη του τύπου και των άλλων μέσων ενημέρωσης και με την ταχεία εκδίκαση των σχετικών υποθέσεων.
  5. Νόμος ορίζει τις προϋποθέσεις και τα προσόντα για την άσκηση του δημοσιογραφικού επαγγέλματος.
  6. Το ιδιοκτησιακό καθεστώς, η οικονομική κατάσταση και τα μέσα χρηματοδότησης των μέσων ενημέρωσης πρέπει να γίνονται γνωστά, όπως νόμος ορίζει. Νόμος προβλέπει τα μέτρα και τους περιορισμούς που είναι αναγκαίοι για την πλήρη διασφάλιση της διαφάνειας και της πολυφωνίας στην ενημέρωση. Απαγορεύεται η συγκέντρωση του ελέγχου περισσότερων μέσων ενημέρωσης της αυτής ή άλλης μορφής. Απαγορεύεται ειδικότερα η συγκέντρωση περισσότερων του ενός ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης της αυτής μορφής, όπως νόμος ορίζει. Η ιδιότητα του ιδιοκτήτη, του εταίρου, του βασικού μετόχου ή του διευθυντικού στελέχους επιχείρησης μέσων ενημέρωσης είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του ιδιοκτήτη, του εταίρου, του βασικού μετόχου ή του διευθυντικού στελέχους επιχείρησης που αναλαμβάνει έναντι του Δημοσίου ή νομικού προσώπου του ευρύτερου δημόσιου τομέα την εκτέλεση έργων ή προμηθειών ή την παροχή υπηρεσιών. Η απαγόρευση του προηγούμενου εδαφίου καταλαμβάνει και κάθε είδους παρένθετα πρόσωπα, όπως συζύγους, συγγενείς, οικονομικά εξαρτημένα άτομα ή εταιρείες. Νόμος ορίζει τις ειδικότερες ρυθμίσεις, τις κυρώσεις που μπορεί να φθάνουν μέχρι την ανάκληση της άδειας ραδιοφωνικού ή τηλεοπτικού σταθμού και μέχρι την απαγόρευση σύναψης ή την ακύρωση της σχετικής σύμβασης, καθώς και τους τρόπους ελέγχου και τις εγγυήσεις αποτροπής των καταστρατηγήσεων των προηγούμενων εδαφίων.

Άρθρο 14

  1. Καθένας μπορεί να εκφράζει και να διαδίδει προφορικά, γραπτά και δια του τύπου τους στοχασμούς του.
  2. Ο τύπος είναι ελεύθερος. Η λογοκρισία και κάθε άλλο προληπτικό μέτρο απαγορεύονται.
  3. Καθένας ο οποίος θίγεται από ανακριβές δημοσίευμα ή εκπομπή έχει δικαίωμα απάντησης, το δε μέσο ενημέρωσης έχει αντιστοίχως υποχρέωση άμεσης δημοσίευσης ή μετάδοσης της απάντησης καθώς επίσης και υποχρέωση πλήρους και άμεσης επανόρθωσης.
  4. Το ιδιοκτησιακό καθεστώς, η οικονομική κατάσταση και τα μέσα χρηματοδότησης των μέσων ενημέρωσης πρέπει να γίνονται γνωστά.

Συνταγματικό δικαίωμα απάντησης σε δημοσίευμα του τύπου και αξίωση πλήρους και άμεσης επανόρθωσης χορηγούνται στον θιγόμενο μόνο σε περίπτωση ανακριβών (όχι όμως και σε περίπτωση υβριστικών) δημοσιευμάτων.Καταργείται η δυνατότητα κατάσχεσης εντύπου μετά την κυκλοφορία του, αφενός διότι οι λόγοι που αναφέρονται στο ισχύον Σύνταγμα (π.χ. προσβολή της θρησκείας) δεν είναι ικανοί να στηρίξουν παρόμοιο περιοριστικό μέτρο και αφετέρου διότι το μέτρο της εκ των υστέρων κατασχέσεως είναι αλυσιτελές.


















Οι παράγραφοι 4 και 6 καταργούνται, διότι συνδέονται με την καταργούμενη παράγραφο 3, η δε παράγραφος 7 απαλείφεται ως περιττή.























Η παράγραφος 8 για τη δυνατότητα επιβολής προϋποθέσεων και προσόντων στην άσκηση του δημοσιογραφικού επαγγέλματος καταργείται ως ασυμβίβαστη με την ελευθερία του τύπου, όπως αυτή κατοχυρώνεται στην ΕΣΔΑ.



Απαλείφεται η συνταγματική απαγόρευση της συγκέντρωσης του ελέγχου περισσότερων μέσων ενημέρωσης και καταργείται η ρύθμιση για τον βασικό μέτοχο, ως ασυμβίβαστη με το Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 15

  1. Οι προστατευτικές για τον τύπο διατάξεις του προηγούμενου άρθρου δεν εφαρμόζονται στον κινηματογράφο, τη φωνογραφία, τη ραδιοφωνία, την τηλεόραση και κάθε άλλο παρεμφερές μέσο μετάδοσης λόγου ή παράστασης.
  2. Η ραδιοφωνία και η τηλεόραση υπάγονται στον άμεσο έλεγχο του Κράτους. Ο έλεγχος και η επιβολή των διοικητικών κυρώσεων υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης που είναι ανεξάρτητη αρχή, όπως νόμος ορίζει. Ο άμεσος έλεγχος του Κράτους, που λαμβάνει και τη μορφή του καθεστώτος της προηγούμενης άδειας, έχει ως σκοπό την αντικειμενική και με ίσους όρους μετάδοση πληροφοριών και ειδήσεων, καθώς και προϊόντων του λόγου και της τέχνης, την εξασφάλιση της ποιοτικής στάθμης των προγραμμάτων που επιβάλλει η κοινωνική αποστολή της ραδιοφωνίας και της τηλεόρασης και η πολιτιστική ανάπτυξη της Χώρας, καθώς και το σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και την προστασία της παιδικής ηλικίας και της νεότητας.
    Νόμος ορίζει τα σχετικά με την υποχρεωτική και δωρεάν μετάδοση των εργασιών της Βουλής και των επιτροπών της, καθώς και προεκλογικών μηνυμάτων των κομμάτων από τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα.


Άρθρο 15

  1. Η ραδιοφωνία και η τηλεόραση είναι ελεύθερες. Η λογοκρισία απαγορεύεται. Ο έλεγχος του Κράτους, που λαμβάνει και τη μορφή του καθεστώτος της προηγούμενης άδειας, έχει ως σκοπό την αντικειμενική και με ίσους όρους μετάδοση πληροφοριών και ειδήσεων, καθώς και το σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και την προστασία της παιδικής ηλικίας.
  2. Ο έλεγχος και η επιβολή των διοικητικών κυρώσεων στους ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης που είναι ανεξάρτητη αρχή.

Απαλείφεται ως περιττή η αναφορά στον κινηματογράφο και στην φωνογραφία, διότι αμφότερα εμπίπτουν στο άρθρο 16 για την προστασία της τέχνης.
Η λογοκρισία απαγορεύεται και μειώνονται σε τρεις οι σκοποί που καλείται να υπηρετήσει ο κρατικός έλεγχος που ασκείται στην ραδιοφωνία και στην τηλεόραση.






Καταργείται η συνταγματική υποχρέωση του κοινού νομοθέτη να θεσπίσει νόμο σχετικά με την υποχρεωτική και δωρεάν μετάδοση των εργασιών της Βουλής και των προεκλογικών μηνυμάτων των κομμάτων από τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα.

Άρθρο 16

  1. Η τέχνη και η επιστήμη, η έρευνα και η διδασκαλία είναι ελεύθερες· η ανάπτυξη και η προαγωγή τους αποτελεί υποχρέωση του Κράτους. Η ακαδημαϊκή ελευθερία και η ελευθερία της διδασκαλίας δεν απαλλάσσουν από το καθήκον της υπακοής στο Σύνταγμα.
  2. Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες.
  3. Τα έτη υποχρεωτικής φοίτησης δεν μπορεί να είναι λιγότερα από εννέα.
  4. Όλοι οι Έλληνες έχουν δικαίωμα δωρεάν παιδείας, σε όλες τις βαθμίδες της, στα κρατικά εκπαιδευτήρια. Το Κράτος ενισχύει τους σπουδαστές που διακρίνονται, καθώς και αυτούς που έχουν ανάγκη από βοήθεια ή ειδική προστασία, ανάλογα με τις ικανότητές τους.
  5. Η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση. Τα ιδρύματα αυτά τελούν υπό την εποπτεία του Κράτους, έχουν δικαίωμα να ενισχύονται οικονομικά από αυτό και λειτουργούν σύμφωνα με τους νόμους που αφορούν τους οργανισμούς τους. Συγχώνευση ή κατάτμηση ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων μπορεί να γίνει και κατά παρέκκλιση από κάθε αντίθετη διάταξη, όπως νόμος ορίζει.
    Ειδικός νόμος ορίζει όσα αφορούν τους φοιτητικούς συλλόγους και τη συμμετοχή των σπουδαστών σ’ αυτούς.
  6. Οι καθηγητές των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων είναι δημόσιοι λειτουργοί. Το υπόλοιπο διδακτικό προσωπικό τους επιτελεί επίσης δημόσιο λειτούργημα, με τις προϋποθέσεις που νόμος ορίζει. Τα σχετικά με την κατάσταση όλων αυτών των προσώπων καθορίζονται από τους οργανισμούς των οικείων ιδρυμάτων.
    Οι καθηγητές των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων δεν μπορούν να παυθούν προτού λήξει σύμφωνα με το νόμο ο χρόνος υπηρεσίας τους παρά μόνο με τις ουσιαστικές προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 88 παράγραφος 4 και ύστερα από απόφαση συμβουλίου που αποτελείται κατά πλειοψηφία από ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς, όπως νόμος ορίζει.
    Νόμος ορίζει το όριο της ηλικίας των καθηγητών των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων· εωσότου εκδοθεί ο νόμος αυτός οι καθηγητές που υπηρετούν αποχωρούν αυτοδικαίως μόλις λήξει το ακαδημαϊκό έτος μέσα στο οποίο συμπληρώνουν το εξηκοστό έβδομο έτος της ηλικίας τους.
  7. Η επαγγελματική και κάθε άλλη ειδική εκπαίδευση παρέχεται από το Κράτος και με σχολές ανώτερης βαθμίδας για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο από τρία χρόνια, όπως προβλέπεται ειδικότερα από το νόμο, που ορίζει και τα επαγγελματικά δικαιώματα όσων αποφοιτούν από τις σχολές αυτές.
  8. Νόμος ορίζει τις προϋποθέσεις και τους όρους χορήγησης άδειας για την ίδρυση και λειτουργία εκπαιδευτηρίων που δεν ανήκουν στο Κράτος, τα σχετικά με την εποπτεία που ασκείται πάνω σ’ αυτά, καθώς και την υπηρεσιακή κατάσταση του διδακτικού προσωπικού τους.
    Η σύσταση ανώτατων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται.
  9. Ο αθλητισμός τελεί υπό την προστασία και την ανώτατη εποπτεία του Κράτους.
    Το Κράτος επιχορηγεί και ελέγχει τις ενώσεις των αθλητικών σωματείων κάθε είδους, όπως νόμος ορίζει. Νόμος ορίζει επίσης τη διάθεση των ενισχύσεων που παρέχονται κάθε φορά στις επιχορηγούμενες ενώσεις σύμφωνα με τον προορισμό τους.

Άρθρο 16

  1. Η τέχνη και η επιστήμη, η έρευνα και η διδασκαλία είναι ελεύθερες· η ανάπτυξη και η προαγωγή τους αποτελεί υποχρέωση του Κράτους.
  2. Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και αποβλέπει στη διάπλαση ελεύθερων ανθρώπων και υπεύθυνων πολιτών.
  3. Τα έτη υποχρεωτικής εκπαίδευσης δεν μπορεί να είναι λιγότερα από εννέα.
  4. Οι Έλληνες και όσοι διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα έχουν δικαίωμα δωρεάν παιδείας, σε όλες τις βαθμίδες της, στα κρατικά εκπαιδευτήρια. Το Κράτος ενισχύει τους σπουδαστές που διακρίνονται, καθώς και αυτούς που έχουν ανάγκη από βοήθεια ή ειδική προστασία, ανάλογα με τις ικανότητές τους.
  5. Νόμος ορίζει τις προϋποθέσεις και τους όρους χορήγησης άδειας για την ίδρυση και λειτουργία εκπαιδευτηρίων που δεν ανήκουν στο Κράτος, τα σχετικά με την εποπτεία που ασκείται πάνω σ’ αυτά, καθώς και την υπηρεσιακή κατάσταση του διδακτικού προσωπικού τους.

Καταργείται το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 ως αυτονόητο (κανένα δικαίωμα δεν απαλλάσσει από την υποχρέωση υπακοής στο Σύνταγμα) και απαλείφεται ως αχρείαστη η αυτοτελής αναφορά στην ακαδημαϊκή ελευθερία.Μεταβάλλονται οι συνταγματικοί σκοποί της παιδείας και ιδίως ο προσανατολισμός της στην ανάπτυξη της θρησκευτικής και εθνικής συνείδησης των μαθητών.






Το νομικό καθεστώς (η κρατική εποπτεία, η νομική μορφή κλπ) των ιδρυμάτων ανωτάτης εκπαίδευσης και η υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού τους αποτελούν αντικείμενα νομοθετικής και όχι συνταγματικής ρύθμισης. Το ίδιο ισχύει και ως προς την επαγγελματική και την κάθε άλλη ειδική εκπαίδευση.































Η παράγραφος 9 που αναφέρεται στην προστασία του αθλητισμού απαλείφεται από το Σύνταγμα, διότι η ρύθμιση των σχετικών ζητημάτων δεν αποτελεί πρόσφορη συνταγματική ύλη.

Άρθρο 17

  1. Η ιδιοκτησία τελεί υπό την προστασία του Κράτους, τα δικαιώματα όμως που απορρέουν από αυτή δεν μπορούν να ασκούνται σε βάρος του γενικού συμφέροντος.
  2. Κανένας δεν στερείται την ιδιοκτησία του, παρά μόνο για δημόσια ωφέλεια που έχει αποδειχθεί με τον προσήκοντα τρόπο, όταν και όπως ο νόμος ορίζει, και πάντοτε αφού προηγηθεί πλήρης αποζημίωση, που να ανταποκρίνεται στην αξία την οποία είχε το απαλλοτριούμενο κατά το χρόνο της συζήτησης στο δικαστήριο για τον προσωρινό προσδιορισμό της αποζημίωσης. Αν ζητηθεί απευθείας ο οριστικός προσδιορισμός της αποζημίωσης, λαμβάνεται υπόψη η αξία κατά το χρόνο της σχετικής συζήτησης στο δικαστήριο.
    Αν η συζήτηση για τον οριστικό προσδιορισμό της αποζημίωσης διεξαχθεί μετά την παρέλευση έτους από τη συζήτηση για τον προσωρινό προσδιορισμό, τότε για τον προσδιορισμό της αποζημίωσης λαμβάνεται υπόψη η αξία κατά το χρόνο της συζήτησης για τον οριστικό προσδιορισμό. Στην απόφαση κήρυξης πρέπει να δικαιολογείται ειδικά η δυνατότητα κάλυψης της δαπάνης αποζημίωσης. Η αποζημίωση, εφόσον συναινεί ο δικαιούχος, μπορεί να καταβάλλεται και σε είδος ιδίως με τη μορφή της παραχώρησης της κυριότητας άλλου ακινήτου ή της παραχώρησης δικαιωμάτων επί άλλου ακινήτου.
  3. Η ενδεχόμενη μεταβολή της αξίας του απαλλοτριουμένου μετά τη δημοσίευση της πράξης απαλλοτρίωσης, και μόνο εξαιτίας της, δεν λαμβάνεται υπόψη.
  4. Η αποζημίωση ορίζεται από τα αρμόδια δικαστήρια. Μπορεί να οριστεί και προσωρινά δικαστικώς, ύστερα από ακρόαση ή πρόσκληση του δικαιούχου, που μπορεί να υποχρεωθεί κατά την κρίση του δικαστηρίου να παράσχει για την είσπραξή της ανάλογη εγγύηση, σύμφωνα με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος. Νόμος μπορεί να προβλέπει την εγκαθίδρυση ενιαίας δικαιοδοσίας, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 94, για όλες τις διαφορές και υποθέσεις που σχετίζονται με απαλλοτρίωση, καθώς και την κατά προτεραιότητα διεξαγωγή των σχετικών δικών. Με τον ίδιο νόμο μπορεί να ρυθμίζεται ο τρόπος με τον οποίο συνεχίζονται εκκρεμείς δίκες.
    Πριν καταβληθεί η οριστική ή προσωρινή αποζημίωση διατηρούνται ακέραια όλα τα δικαιώματα του ιδιοκτήτη και δεν επιτρέπεται η κατάληψη.
    Προκειμένου να εκτελεστούν έργα γενικότερης σημασίας για την οικονομία της Χώρας είναι δυνατόν, με ειδική απόφαση του δικαστηρίου που είναι αρμόδιο για τον οριστικό ή προσωρινό προσδιορισμό της αποζημίωσης, να επιτρέπεται η πραγματοποίηση εργασιών και πριν από τον προσδιορισμό και την καταβολή της αποζημίωσης, υπό τον όρο της καταβολής εύλογου τμήματος της αποζημίωσης και της παροχής πλήρους εγγύησης υπέρ του δικαιούχου της αποζημίωσης, όπως νόμος ορίζει. Η δεύτερη πρόταση του πρώτου εδαφίου εφαρμόζεται αναλόγως και στις περιπτώσεις αυτές.
    Η αποζημίωση που ορίστηκε καταβάλλεται υποχρεωτικά το αργότερο μέσα σε ενάμισι έτος από τη δημοσίευση της απόφασης για τον προσωρινό προσδιορισμό της αποζημίωσης και, σε περίπτωση απευθείας αίτησης για οριστικό προσδιορισμό της αποζημίωσης, από τη δημοσίευση της σχετικής απόφασης του δικαστηρίου, διαφορετικά η απαλλοτρίωση αίρεται αυτοδικαίως.
    Η αποζημίωση δεν υπόκειται, ως αποζημίωση, σε κανένα φόρο, κράτηση ή τέλος.
  5. Νόμος ορίζει τις περιπτώσεις υποχρεωτικής ικανοποίησης των δικαιούχων για την πρόσοδο, την οποία έχασαν από το ακίνητο που απαλλοτριώθηκε έως το χρόνο καταβολής της αποζημίωσης.
  6. Όταν πρόκειται να εκτελεστούν έργα κοινής ωφέλειας ή γενικότερης σημασίας για την οικονομία της Χώρας, νόμος μπορεί να επιτρέψει την απαλλοτρίωση υπέρ του Δημοσίου ευρύτερων ζωνών, πέρα από τις εκτάσεις που είναι αναγκαίες για την κατασκευή των έργων. Ο ίδιος νόμος καθορίζει τις προϋποθέσεις και τους όρους μιας τέτοιας απαλλοτρίωσης, καθώς και τα σχετικά με τη διάθεση ή χρησιμοποίηση, για δημόσιους ή κοινωφελείς γενικά σκοπούς, των εκτάσεων που απαλλοτριώνονται επιπλέον όσων είναι αναγκαίες για το έργο που πρόκειται να εκτελεστεί.
  7. Νόμος μπορεί να ορίσει ότι για την εκτέλεση έργων με προφανή κοινή ωφέλεια υπέρ του Δημοσίου, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, οργανισμών κοινής ωφέλειας και δημόσιων επιχειρήσεων, επιτρέπεται να διανοιχθούν υπόγειες σήραγγες στο επιβαλλόμενο βάθος, χωρίς αποζημίωση, υπό τον όρο ότι δεν θα παραβλάπτεται η συνήθης εκμετάλλευση του υπερκείμενου ακινήτου.

Άρθρο 17

  1. Η ιδιοκτησία τελεί υπό την προστασία του Κράτους, τα δικαιώματα όμως που απορρέουν από αυτή δεν μπορούν να ασκούνται σε βάρος του γενικού συμφέροντος.
  2. Κανένας δεν στερείται την ιδιοκτησία του, παρά μόνο για δημόσια ωφέλεια που έχει αποδειχθεί με τον προσήκοντα τρόπο, όταν και όπως ο νόμος ορίζει, και πάντοτε αφού προηγηθεί πλήρης αποζημίωση, που να ανταποκρίνεται στην αξία του απαλλοτριούμενου.
  3. Πριν καταβληθεί η οριστική ή προσωρινή αποζημίωση διατηρούνται ακέραια όλα τα δικαιώματα του ιδιοκτήτη και δεν επιτρέπεται η κατάληψη.
  4. Η αποζημίωση που ορίστηκε καταβάλλεται υποχρεωτικά μέσα σε ενάμισι έτος από τη δημοσίευση της απόφασης για τον προσωρινό ή οριστικό προσδιορισμό της, διαφορετικά αίρεται αυτοδικαίως και το ακίνητο αποκαθίσταται στην νομική κατάσταση που βρισκόταν πριν από την δέσμευσή του. Σε κάθε περίπτωση η απαλλοτρίωση αίρεται αυτοδικαίως μετά την πάροδο έξι ετών από την επιβολή της.
  5. Νόμος ορίζει τα σχετικά με τις επιτάξεις για τις ανάγκες των ενόπλων δυνάμεων σε περίπτωση πολέμου ή επιστράτευσης ή για τη θεραπεία άμεσης κοινωνικής ανάγκης που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη ή υγεία.
Διατηρείται ως έχει η παράγραφος 1 με την σημαντική υπόμνηση ότι στην έννοια της συνταγματικώς προστατευόμενης ιδιοκτησίας δεν περιλαμβάνονται μόνον τα εμπράγματα δικαιώματα αλλά και κάθε άλλο, μη αποδοκιμαζόμενο από το δίκαιο, περιουσιακό στοιχείο (έτσι και η ΕΣΔΑ).


Περικόπτονται δραστικά οι εκτενείς ρυθμίσεις των παραγράφων 2-7 για την απαλλοτρίωση και παραπέμπεται στον κοινό νομοθέτη η διαμόρφωση των διαδικαστικών λεπτομερειών για τη νόμιμη επιβολή και διατήρησή της.

Άρθρο 18

  1. Ειδικοί νόμοι ρυθμίζουν τα σχετικά με την ιδιοκτησία και τη διάθεση των μεταλλείων, ορυχείων, σπηλαίων, αρχαιολογικών χώρων και θησαυρών, ιαματικών, ρεόντων και υπόγειων υδάτων και γενικά του υπόγειου πλούτου.
  2. Με νόμο ρυθμίζονται τα σχετικά με την ιδιοκτησία, την εκμετάλλευση και διαχείριση των λιμνοθαλασσών και των μεγάλων λιμνών, καθώς και τα σχετικά με τη διάθεση γενικά των εκτάσεων που προκύπτουν από αποξήρανσή τους.
  3. Ειδικοί νόμοι ρυθμίζουν τα σχετικά με τις επιτάξεις για τις ανάγκες των ενόπλων δυνάμεων σε περίπτωση πολέμου ή επιστράτευσης, ή για τη θεραπεία άμεσης κοινωνικής ανάγκης που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη ή υγεία.
  4. Επιτρέπεται, σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζει ειδικός νόμος, ο αναδασμός αγροτικών εκτάσεων για την επωφελέστερη εκμετάλλευση του εδάφους, καθώς και η λήψη μέτρων για την αποφυγή της υπέρμετρης κατάτμησης ή για διευκόλυνση της ανασυγκρότησης της κατατμημένης μικρής αγροτικής ιδιοκτησίας.
  5. Εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στις προηγούμενες παραγράφους, μπορεί να προβλεφθεί με νόμο και κάθε άλλη στέρηση της ελεύθερης χρήσης και κάρπωσης της ιδιοκτησίας που απαιτείται από ιδιαίτερες περιστάσεις. Νόμος ορίζει τον υπόχρεο και τη διαδικασία καταβολής στο δικαιούχο του ανταλλάγματος της χρήσης ή κάρπωσης, το οποίο πρέπει να ανταποκρίνεται στις υφιστάμενες κάθε φορά συνθήκες.
    Μέτρα που επιβλήθηκαν με την εφαρμογή της παραγράφου αυτής αίρονται αμέσως μόλις εκλείψουν οι ιδιαίτεροι λόγοι που τα προκάλεσαν. Σε περίπτωση αδικαιολόγητης παράτασης των μέτρων αποφασίζει για την άρση τους, κατά κατηγορίες περιπτώσεων, το Συμβούλιο της Επικρατείας, ύστερα από αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον.
  6. Με νόμο μπορεί να ρυθμίζονται τα σχετικά με τη διάθεση εγκαταλειμμένων εκτάσεων για την αξιοποίησή τους υπέρ της εθνικής οικονομίας και αποκατάσταση ακτημόνων. Με τον ίδιο νόμο ορίζονται και τα σχετικά με τη μερική ή ολική αποζημίωση των ιδιοκτητών σε περίπτωση επανεμφάνισής τους μέσα σε εύλογη προθεσμία.
  7. Με νόμο μπορεί να καθιερωθεί η αναγκαστική συνιδιοκτησία συνεχόμενων ιδιοκτησιών αστικών περιοχών, εφόσον η αυτοτελής ανοικοδόμηση αυτών ή μερικών απ’ αυτές δεν ανταποκρίνεται στους όρους δόμησης που ισχύουν ή πρόκειται να ισχύσουν στην περιοχή αυτή.
  8. Δεν επιτρέπεται να απαλλοτριωθεί η αγροτική ιδιοκτησία των Σταυροπηγιακών Ιερών Μονών της Αγίας Αναστασίας της Φαρμακολύτριας στη Χαλκιδική, των Βλατάδων στη Θεσσαλονίκη και του Ευαγγελιστή Ιωάννη του Θεολόγου στην Πάτμο, με εξαίρεση τα μετόχια. Επίσης δεν επιτρέπεται να απαλλοτριωθεί η περιουσία που βρίσκεται στην Ελλάδα των Πατριαρχείων Αλεξάνδρειας, Αντιόχειας και Ιεροσολύμων, καθώς και της Ιερής Μονής του Σινά.
    











Άρθρο 18
(καταργείται)



























Άρθρο 18
(καταργείται)




























Οι ρυθμίσεις του άρθρου 18, οι οποίες σχετίζονται με το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, απαλείφονται από το κείμενο του Συντάγματος και αφήνονται προς διαμόρφωση στον κοινό νομοθέτη. Τα νομοθετικά μέτρα που λαμβάνει ο τελευταίος ελέγχονται ως προς τη συμβατότητά τους με τις διατάξεις του άρθρου 17 (δικαίωμα ιδιοκτησίας).
Διατηρείται μόνον η παράγραφος 3 για την επίταξη, η οποία συνιστά ειδική μορφή στέρησης της ιδιοκτησίας και, ως τέτοια, μετακινείται στο άρθρο 17.

Άρθρο 19

  1. Το απόρρητο των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας με οποιονδήποτε άλλο τρόπο είναι απόλυτα απαραβίαστο. Νόμος ορίζει τις εγγυήσεις υπό τις οποίες η δικαστική αρχή δεν δεσμεύεται από το απόρρητο για λόγους εθνικής ασφάλειας ή για διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων.
  2. Νόμος ορίζει τα σχετικά με τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες ανεξάρτητης αρχής που διασφαλίζει το απόρρητο της παραγράφου 1.
  3. Απαγορεύεται η χρήση αποδεικτικών μέσων που έχουν αποκτηθεί κατά παράβαση του άρθρου αυτού και των άρθρων 9 και 9Α.

Άρθρο 19

  1. Το απόρρητο των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας με οποιονδήποτε άλλο τρόπο είναι απαραβίαστο. Νόμος ορίζει τις εγγυήσεις υπό τις οποίες η δικαστική αρχή δεν δεσμεύεται από το απόρρητο για λόγους εθνικής ασφάλειας ή για διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων.
  2. Νόμος ορίζει τα σχετικά με τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες ανεξάρτητης αρχής που διασφαλίζει το απόρρητο της παραγράφου 1.
  3. Απαγορεύεται η χρήση αποδεικτικών μέσων που έχουν αποκτηθεί κατά παράβαση του άρθρου αυτού και του άρθρου 9.
   Φεύγει η λέξη απόλυτα ως περιττή


Παραμένει ως έχει.

Άρθρο 20

  1. Καθένας έχει δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια και μπορεί να αναπτύξει σ’ αυτά τις απόψεις του για τα δικαιώματα ή συμφέροντά του, όπως νόμος ορίζει.
  2. Το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης του ενδιαφερομένου ισχύει και για κάθε διοικητική ενέργεια ή μέτρο που λαμβάνεται σε βάρος των δικαιωμάτων ή συμφερόντων του.

Άρθρο 20

  1. Καθένας έχει δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια και μπορεί να αναπτύξει σ’ αυτά τις απόψεις του για τα δικαιώματα ή συμφέροντά του.
  2. Το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης του ενδιαφερομένου ισχύει και για κάθε διοικητική ενέργεια ή μέτρο που λαμβάνεται σε βάρος των δικαιωμάτων ή συμφερόντων του.
Παραμένει ως έχει.

Άρθρο 21

  1. Η οικογένεια, ως θεμέλιο της συντήρησης και προαγωγής του Έθνους, καθώς και ο γάμος, η μητρότητα και η παιδική ηλικία τελούν υπό την προστασία του Κράτους.
  2. Πολύτεκνες οικογένειες, ανάπηροι πολέμου και ειρηνικής περιόδου, θύματα πολέμου, χήρες και ορφανά εκείνων που έπεσαν στον πόλεμο, καθώς και όσοι πάσχουν από ανίατη σωματική ή πνευματική νόσο έχουν δικαίωμα ειδικής φροντίδας από το Κράτος.
  3. Το Κράτος μεριμνά για την υγεία των πολιτών και παίρνει ειδικά μέτρα για την προστασία της νεότητας, του γήρατος, της αναπηρίας και για την περίθαλψη των απόρων.
  4. Η απόκτηση κατοικίας από αυτούς που την στερούνται ή που στεγάζονται ανεπαρκώς αποτελεί αντικείμενο ειδικής φροντίδας του Κράτους.
  5. Ο σχεδιασμός και η εφαρμογή δημογραφικής πολιτικής, καθώς και η λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων αποτελεί υποχρέωση του Κράτους.
  6. Τα άτομα με αναπηρίες έχουν δικαίωμα να απολαμβάνουν μέτρων που εξασφαλίζουν την αυτονομία, την επαγγελματική ένταξη και τη συμμετοχή τους στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας.

Άρθρο 21

  1. Η οικογένεια, ο γάμος, η μητρότητα και η παιδική ηλικία τελούν υπό την προστασία του Κράτους.
  2. Πολύτεκνες οικογένειες, ανάπηροι πολέμου και ειρηνικής περιόδου, θύματα πολέμου, χήρες και ορφανά εκείνων που έπεσαν στον πόλεμο, καθώς και όσοι πάσχουν από ανίατη σωματική ή πνευματική νόσο έχουν δικαίωμα ειδικής φροντίδας από το Κράτος.
  3. Το Κράτος μεριμνά για την υγεία των πολιτών και παίρνει ειδικά μέτρα για την προστασία της νεότητας, του γήρατος, της αναπηρίας και για την περίθαλψη των απόρων.
  4. Η απόκτηση κατοικίας από αυτούς που την στερούνται ή που στεγάζονται ανεπαρκώς αποτελεί αντικείμενο ειδικής φροντίδας του Κράτους.
  5. Τα άτομα με αναπηρίες έχουν δικαίωμα να απολαμβάνουν μέτρων που εξασφαλίζουν την αυτονομία, την επαγγελματική ένταξη και τη συμμετοχή τους στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας.

Απαλείφεται από την παράγραφο 1 η έκφραση «ως θεμέλιο της συντήρησης και προαγωγής του Έθνους», η οποία συνδέει κατά τρόπο παρωχημένο και άστοχο την   προστασία της οικογένειας με την συντήρηση και την προαγωγή του Έθνους.







Καταργείται η υποχρέωση του Κράτους να σχεδιάζει και να εφαρμόζει δημογραφική πολιτική, λαμβάνοντας τα προς τούτο μέτρα, διότι μια τέτοια ρύθμιση δεν έχει θέση σε συνταγματικό κείμενο, και δη στα άρθρα περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Άρθρο 22

  1. Η εργασία αποτελεί δικαίωμα και προστατεύεται από το Κράτος, που μεριμνά για τη δημιουργία συνθηκών απασχόλησης όλων των πολιτών και για την ηθική και υλική εξύψωση του εργαζόμενου αγροτικού και αστικού πληθυσμού.
    Όλοι οι εργαζόμενοι, ανεξάρτητα από φύλο ή άλλη διάκριση, έχουν δικαίωμα ίσης αμοιβής για παρεχόμενη εργασία ίσης αξίας.
  2. Με νόμο καθορίζονται οι γενικοί όροι εργασίας, που συμπληρώνονται από τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας συναπτόμενες με ελεύθερες διαπραγματεύσεις και, αν αυτές αποτύχουν, με τους κανόνες που θέτει η διαιτησία.
  3. Νόμος ορίζει τα σχετικά με τη σύναψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας από τους δημόσιους υπαλλήλους και τους υπαλλήλους οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου.
  4. Οποιαδήποτε μορφή αναγκαστικής εργασίας απαγορεύεται.
    Ειδικοί νόμοι ρυθμίζουν τα σχετικά με την επίταξη προσωπικών υπηρεσιών σε περίπτωση πολέμου ή επιστράτευσης ή για την αντιμετώπιση αναγκών της άμυνας της Χώρας ή επείγουσας κοινωνικής ανάγκης από θεομηνία ή ανάγκης που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία, καθώς και τα σχετικά με την προσφορά προσωπικής εργασίας στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης για την ικανοποίηση τοπικών αναγκών.
  5. Το Κράτος μεριμνά για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων, όπως νόμος ορίζει.
Ερμηνευτική δήλωση:
Στους γενικούς όρους εργασίας περιλαμβάνεται και ο προσδιορισμός του τρόπου και του υποχρέου είσπραξης και απόδοσης στις συνδικαλιστικές οργανώσεις της συνδρομής των μελών τους που προβλέπεται από τα καταστατικά τους.


Άρθρο 22

  1. Η εργασία αποτελεί δικαίωμα και προστατεύεται από το Κράτος, που μεριμνά για τη δημιουργία συνθηκών απασχόλησης όλων των πολιτών και για την ηθική και υλική εξύψωση του εργαζόμενου πληθυσμού. Όλοι οι εργαζόμενοι, ανεξάρτητα από φύλο ή άλλη διάκριση, έχουν δικαίωμα ίσης αμοιβής για παρεχόμενη εργασία ίσης αξίας.
  2. Με νόμο καθορίζονται οι γενικοί όροι εργασίας, που συμπληρώνονται από τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας συναπτόμενες με ελεύθερες διαπραγματεύσεις.
  3. Οποιαδήποτε μορφή αναγκαστικής εργασίας απαγορεύεται.
    Ειδικοί νόμοι ρυθμίζουν τα σχετικά με την επίταξη προσωπικών υπηρεσιών σε περίπτωση πολέμου ή επιστράτευσης ή για την αντιμετώπιση αναγκών της άμυνας της Χώρας ή επείγουσας κοινωνικής ανάγκης από θεομηνία ή ανάγκης που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία, καθώς και τα σχετικά με την προσφορά προσωπικής εργασίας στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης για την ικανοποίηση τοπικών αναγκών.
  4. Το Κράτος μεριμνά για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων.

Απαλείφεται από την παράγραφο 1 η διαστολή μεταξύ αγροτικού και αστικού πληθυσμού ως περιττή.



Καταργείται η συνταγματική δυνατότητα του κοινού νομοθέτη να προβλέπει ως υποχρεωτική (= μονομερή) την προσφυγή στη διαιτησία, προς καθορισμό των γενικών όρων εργασίας.

Άρθρο 23

  1. Το Κράτος λαμβάνει τα προσήκοντα μέτρα για τη διασφάλιση της συνδικαλιστικής ελευθερίας και την ανεμπόδιστη άσκηση των συναφών μ’ αυτή δικαιωμάτων εναντίον κάθε προσβολής τους, μέσα στα όρια του νόμου.
  2. Η απεργία αποτελεί δικαίωμα και ασκείται από τις νόμιμα συστημένες συνδικαλιστικές οργανώσεις για τη διαφύλαξη και προαγωγή των οικονομικών και εργασιακών γενικά συμφερόντων των εργαζομένων.
    Απαγορεύεται η απεργία με οποιαδήποτε μορφή στους δικαστικούς λειτουργούς και σ’ αυτούς που υπηρετούν στα σώματα ασφαλείας. Το δικαίωμα προσφυγής σε απεργία των δημόσιων υπαλλήλων και των υπαλλήλων της τοπικής αυτοδιοίκησης και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, καθώς και του προσωπικού των κάθε μορφής επιχειρήσεων δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας, που η λειτουργία τους έχει ζωτική σημασία για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου, υπόκειται στους συγκεκριμένους περιορισμούς του νόμου που το ρυθμίζει. Οι περιορισμοί αυτοί δεν μπορούν να φθάνουν έως την κατάργηση του δικαιώματος της απεργίας ή την παρεμπόδιση της νόμιμης άσκησής του.


Άρθρο 23

  1. Το Κράτος λαμβάνει τα προσήκοντα μέτρα για τη διασφάλιση της συνδικαλιστικής ελευθερίας και την ανεμπόδιστη άσκηση των συναφών μ’ αυτή δικαιωμάτων.
  2. Η απεργία αποτελεί δικαίωμα και ασκείται από τις νόμιμα συστημένες συνδικαλιστικές οργανώσεις για τη διαφύλαξη και προαγωγή των οικονομικών και εργασιακών γενικά συμφερόντων των εργαζομένων.
    Απαγορεύεται η απεργία με οποιαδήποτε μορφή στους δικαστικούς λειτουργούς, στις ένοπλες δυνάμεις και σ’ αυτούς που υπηρετούν στα σώματα ασφαλείας. Το δικαίωμα προσφυγής σε απεργία των δημόσιων υπαλλήλων και των υπαλλήλων της τοπικής αυτοδιοίκησης και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, καθώς και του προσωπικού των κάθε μορφής επιχειρήσεων δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας, που η λειτουργία τους έχει ζωτική σημασία για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου, υπόκειται σε περιορισμούς, όπως νόμος ορίζει.








Επεκτείνεται (και ρητώς) στις ένοπλες δυνάμεις η απαγόρευση κηρύξεως απεργίας.




Απαλείφεται το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 διότι είναι αυτονόητο (κανένας περιορισμός δικαιώματος δεν μπορεί να οδηγεί στην άρση του ή στην παρεμπόδιση της νόμιμης άσκησής του).

Άρθρο 24

  1. Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξή του το Κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων. Η σύνταξη δασολογίου συνιστά υποχρέωση του Κράτους. Απαγορεύεται η μεταβολή του προορισμού των δασών και των δασικών εκτάσεων, εκτός αν προέχει για την Εθνική Οικονομία η αγροτική εκμετάλλευση ή άλλη τους χρήση, που την επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον.
  2. Η χωροταξική αναδιάρθρωση της Χώρας, η διαμόρφωση, η ανάπτυξη, η πολεοδόμηση και η επέκταση των πόλεων και των οικιστικών γενικά περιοχών υπάγεται στη ρυθμιστική αρμοδιότητα και τον έλεγχο του Κράτους, με σκοπό να εξυπηρετείται η λειτουργικότητα και η ανάπτυξη των οικισμών και να εξασφαλίζονται οι καλύτεροι δυνατοί όροι διαβίωσης.
    Οι σχετικές τεχνικές επιλογές και σταθμίσεις γίνονται κατά τους κανόνες της επιστήμης. Η σύνταξη εθνικού κτηματολογίου συνιστά υποχρέωση του Κράτους.
  3. Για να αναγνωριστεί μία περιοχή ως οικιστική και για να ενεργοποιηθεί πολεοδομικά, οι ιδιοκτησίες που περιλαμβάνονται σε αυτή συμμετέχουν υποχρεωτικά, χωρίς αποζημίωση από τον οικείο φορέα, στη διάθεση των εκτάσεων που είναι απαραίτητες για να δημιουργηθούν δρόμοι, πλατείες και χώροι για κοινωφελείς γενικά χρήσεις και σκοπούς, καθώς και στις δαπάνες για την εκτέλεση των βασικών κοινόχρηστων πολεοδομικών έργων, όπως νόμος ορίζει.
  4. Νόμος μπορεί να προβλέπει τη συμμετοχή των ιδιοκτητών περιοχής που χαρακτηρίζεται ως οικιστική στην αξιοποίηση και γενική διαρρύθμισή της σύμφωνα με εγκεκριμένο σχέδιο, με αντιπαροχή ακινήτων ίσης αξίας ή τμημάτων ιδιοκτησίας κατά όροφο, από τους χώρους που καθορίζονται τελικά ως οικοδομήσιμοι ή από κτίρια της περιοχής αυτής.
  5. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται και στην αναμόρφωση των οικιστικών περιοχών που ήδη υπάρχουν. Οι ελεύθερες εκτάσεις, που προκύπτουν από την αναμόρφωση, διατίθενται για τη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων ή εκποιούνται για να καλυφθούν οι δαπάνες της πολεοδομικής αναμόρφωσης, όπως νόμος ορίζει.
  6. Τα μνημεία, οι παραδοσιακές περιοχές και τα παραδοσιακά στοιχεία προστατεύονται από το Κράτος. Νόμος θα ορίσει τα αναγκαία για την πραγματοποίηση της προστασίας αυτής περιοριστικά μέτρα της ιδιοκτησίας, καθώς και τον τρόπο και το είδος της αποζημίωσης των ιδιοκτητών.
Ερμηνευτική δήλωση:
Ως δάσος ή δασικό οικοσύστημα νοείται το οργανικό σύνολο άγριων φυτών με ξυλώδη κορμό πάνω στην αναγκαία επιφάνεια του εδάφους, τα οποία, μαζί με την εκεί συνυπάρχουσα χλωρίδα και πανίδα, αποτελούν μέσω της αμοιβαίας αλληλεξάρτησης και αλληλοεπίδρασής τους, ιδιαίτερη βιοκοινότητα (δασοβιοκοινότητα) και ιδιαίτερο φυσικό περιβάλλον (δασογενές). Δασική έκταση υπάρχει όταν στο παραπάνω σύνολο η άγρια ξυλώδης βλάστηση, υψηλή ή θαμνώδης, είναι αραιά.


Άρθρο 24

  1. Όλοι έχουν το δικαίωμα να απολαμβάνουν ένα περιβάλλον κατάλληλο για την ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους και έχουν καθήκον να το προστατεύουν.
  2. Το Κράτος έχει υποχρέωση στην προστασία του περιβάλλοντος και στην ορθολογική χρησιμοποίηση των φυσικών πόρων.
  3. Το Κράτος έχει υποχρέωση στη διατήρηση και την προαγωγή της ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς και των στοιχείων που τις αποτελούν, ανεξαρτήτως του νομικού καθεστώτος ή της ιδιοκτησίας τους.

Περικόπτεται δραστικά το εκτενέστατο άρθρο 24 και διατηρείται μόνο:- Το δικαίωμα καθενός σε ένα περιβάλλον κατάλληλο για την ανάπτυξη της προσωπικότητάς του.- Το καθήκον καθενός να προστατεύει το περιβάλλον.
– Η υποχρέωση του Κράτους να προστατεύει το περιβάλλον και να συμβάλλει στην ορθολογική χρήση των φυσικών πόρων.
– Η υποχρέωση του κράτους για τη διατήρηση και τον εμπλουτισμό της ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς (δημόσιας και ιδιωτικής).

Οι λοιπές ρυθμίσεις (περιλαμβανομένων και εκείνων για τη χωροταξία και την πολεοδομία), απαλείφονται από το κείμενο του Συντάγματος και αφήνονται προς διαμόρφωση στον κοινό νομοθέτη.

Άρθρο 25

  1. Τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους. Όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκησή τους. Τα δικαιώματα αυτά ισχύουν και στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουν. Οι κάθε είδους περιορισμοί που μπορούν κατά το Σύνταγμα να επιβληθούν στα δικαιώματα αυτά πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο, εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού και να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας.
  2. Η αναγνώριση και η προστασία των θεμελιωδών και απαράγραπτων δικαιωμάτων του ανθρώπου από την Πολιτεία αποβλέπει στην πραγμάτωση της κοινωνικής προόδου μέσα σε ελευθερία και δικαιοσύνη.
  3. Η καταχρηστική άσκηση δικαιώματος δεν επιτρέπεται.
  4. Το Κράτος δικαιούται να αξιώνει από όλους τους πολίτες την εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης.


Άρθρο 25

  1. Τα δικαιώματα του ανθρώπου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους. Όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκησή τους.
  2. Η αναγνώριση και η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου από την Πολιτεία αποβλέπει στην πραγμάτωση της κοινωνικής προόδου μέσα σε ελευθερία και δικαιοσύνη.
  3. Επιτρέπεται η επιβολή έκτακτης οικονομικής εισφοράς για λόγους κοινωνικής αλληλεγγύης.
Απαλείφεται το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1, το οποίο θεσπίζει τη λεγόμενη τριτενέργεια των ατομικών δικαιωμάτων. Η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων από το Κράτος περιλαμβάνει την υποχρέωση του να θεσπίζει κανόνες προστασίας τους από προσβολές ιδιωτών.Απαλείφεται το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1, με το σκεπτικό ότι δημιουργεί μια διπλή σύγχυση:- αφενός: δεν είναι ακριβές ότι η διατύπωση επιφύλαξης νόμου στα επιμέρους συνταγματικά δικαιώματα αποτελεί προϋπόθεση για την επιβολή περιορισμών σε αυτά
– και αφετέρου: το κριτήριο για τη συνταγματικότητα ενός κρατικού μέτρου που περιορίζει ένα ατομικό δικαίωμα, καθώς επίσης και το κριτήριο για την οριοθέτηση του ενός συνταγματικού δικαιώματος από ένα άλλο, δεν το παρέχει η αρχή της αναλογικότητας, αλλά ο εννοιολογικός προσδιορισμός του περιεχομένου του κάθε δικαιώματος.

Η παράγραφος 3 καταργείται, διότι η έννοια της καταχρηστικής άσκησης θεμελιωδών δικαιωμάτων είναι λογικώς αντιφατική και μεθοδολογικά άτοπη, αποτελεί, δε, γενική ρήτρα περιορισμού δικαιωμάτων που δεν μπορεί να γίνει δεκτή, διότι το περιεχόμενό της είναι αβέβαιο.
Η συνταγματική υποχρέωση των πολιτών να εκπληρώνουν το χρέος της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης τροποποιείται, διότι είναι εξαιρετικά γενική και αόριστη. Οι συνταγματικές υποχρεώσεις των πολιτών (π.χ. φορολογική υποχρέωση, στρατιωτικές υπηρεσίες, 9-ετής φοίτηση κλπ) προβλέπονται ειδικώς στα κατ’ ιδίαν άρθρα του Συντάγματος κατά τρόπο συγκεκριμένο και βέβαιο.
Εισάγεται διάταξη που προβλέπει τη δυνατότητα επιβολής έκτακτης εισφοράς στους πολίτες, ανάλογα με τις οικονομικές τους δυνάμεις.
Συνολικός Αριθμός Λέξεων: 5.236Συνολικός Αριθμός Λέξεων: 2.263

1 σχόλιο:

  1. ΝΑ ΖΟΥΣΕ Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΣΟΥ ΡΕ ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗ ΝΑ ΕΒΛΕΠΕΣ ΕΝΑ ΒΡΩΜΟΞΥΛΟ ΠΟΥ ΘΑ ΣΟΥ ΕΡΙΧΝΕ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή