Προτεινόμενοι για Νόμπελ Ειρήνης: Μουσολίνι, Χίτλερ, Στάλιν &…ΒΛΑΞ ΤΟΥ ΒΛΑΚΟΣ Πάσης Ελλάδος…
ΔΟΞΑΣΤΕ ΤΟΥΣ!!!
Του Χρίστου Δαγρέ
Το Νόμπελ Ειρήνης έχει αποδειχτεί στην ιστορία μακράν το πιο αμφιλεγόμενο από τα πέντε διεθνή βραβεία που απονέμουν οι σχετικές...
σουηδικές και νορβηγικές επιτροπές. Η επιλογή των ατόμων/οργανισμών που τιμήθηκαν με το βραβείο έχει αμφισβητηθεί πολλές φορές καθώς φαίνεται ότι έχει γίνει με κριτήρια που εξυπηρετούν ευκαιριακές, μικροπολιτικές σκοπιμότητες και όχι τη «συνεισφορά στην αδελφοποίηση των εθνών, στην κατάργηση ή τη μείωση των στρατιωτικών δυνάμεων και στη διεξαγωγή και προώθηση ειρηνευτικών διαδικασιών» όπως ορίζεται στη διαθήκη του Σουηδού βιομήχανου Άλφρεντ Νόμπελ. Η επιλογή της “Ευρωπαϊκής Ένωσης” (2012) και του Μπάρακ Ομπάμα (2009) είναι δύο από τα πιο πρόσφατα παραδείγματα που δέχτηκαν έντονη κριτική.
Άλλοι ηγέτες πάλι που έλαβαν το βραβείο συνδέθηκαν με πράξεις βίας, στρατιωτικές εισβολές ή απειλή χρήσης βίας με σκοπό την προώθηση των συμφερόντων. Για παράδειγμα, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Γούντροου Ουίλσον (1919) κατά τη διάρκεια της θητείας του είχε δώσει εντολή για στρατιωτικές παρεμβάσεις και αποστολή ενόπλων δυνάμεων στη Δομινικανή Δημοκρατία, την Αϊτή, τον Παναμά, την Κούβα και την Ονδούρα, ενώ είχε ασκήσει “πολιτική των κανονιοφόρων” στέλνοντας ναυτικές δυνάμεις για να καταλάβουν το μεξικάνικο λιμάνι της Βερακρούζ. Άλλο, πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι αυτό της Αούνγκ Σαν Σου Κι (1991) από τη Μιανμάρ, της οποίας ζητήθηκε η αφαίρεση του βραβείου επειδή δεν χρησιμοποίησε το κύρος της για να εμποδίσει τη βία εναντίον της εθνοτικής ομάδας των Ροχίνγκια.
Ακόμη πιο αμφιλεγόμενες ωστόσο υπήρξαν πολλές υποψηφιότητες που κατατέθηκαν για το βραβείο. Έτσι ο πρωθυπουργός της χώρας Αλέξης Τσίπρας περνάει στην ιστορία εντασσόμενος στο ίδιο κλαμπ ηγετών μαζί με τον “ντούτσε” της φασιστικής Ιταλίας Μπενίτο Μουσολίνι (το 1935, χρονιά που η νεο-αυτοκρατορική Ιταλία εισέβαλε στην Αιθιοπία), τον απολυταρχικό ηγέτη της ΕΣΣΔ Ιωσήφ Στάλιν (το 1945 και το 1948) και τον … Αδόλφο Χίτλερ (το 1939).
Η υποψηφιότητα του τελευταίου ήταν πρόταση του Σουηδού σοσιαλδημοκράτη Έρικ Μπραντ και είχε καθαρά ειρωνικό χαρακτήρα με στόχο την καταγγελία της Συμφωνίας του Μονάχου του 1938, με την οποία η Σουδητία αποσπάστηκε από την Τσεχοσλοβακία και παραδόθηκε στη Γερμανία. Παράλληλα όμως ο Μπραντ ήθελε να καταγγείλει τους Σουηδούς βουλευτές που το 1938 είχαν προτείνει ως υποψήφιο τον Άγγλο πρωθυπουργό Νέβιλ Τσάμπερλεν για την (καταγέλαστη σήμερα) συμμετοχή του στη Συμφωνία του Μονάχου. Ο Μπραντ στην επιστολή που έστειλε για την υποψηφιότητα του Χίτλερ τόνιζε σαρκαστικά ότι ο Τσάμπερλεν είχε προταθεί για “τη γενναιόδωρη κατανόησή του για τον αγώνα του Χίτλερ για την ειρήνευση” όμως “η τελική απόφαση ήταν του Χίτλερ και όχι του Τσάμπερλεν”. Επομένως, συμπέρανε σαρκαστικά ο Μπραντ για να δικαιολογήσει την “πρόταση” του: “ο Χίτλερ και κανείς άλλος, είναι ο πρώτος από όλους που πρέπει να δεχθεί ένα ευχαριστώ για την ειρήνη που εξακολουθεί να επικρατεί στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης”!
Αξίζει να εξετάσουμε την υποψηφιότητα Τσάμπερλεν από λίγο πιο κοντά και για ακόμη ένα λόγο. Έχει πολλές (τρομακτικές) ομοιότητες με αυτήν του Τσίπρα. Ο Τσάμπερλεν είναι παγκόσμιο αντιπαράδειγμα σήμερα για το πως αποτυγχάνει η στρατηγική της υποχωρητικότητας μπροστά σε μια αναθεωρητική δύναμη και η τακτική των παραχωρήσεων κατευνασμού της, με την ενδόμυχη ελπίδα ότι θα ικανοποιηθεί και θα σταματήσει. Όπως αποδείχτηκε στο Μόναχο το 1938 η πολιτική εξευμενισμού μπορεί προσωρινά να “αγοράζει” λίγο χρόνο, μεσοπρόθεσμα όμως απλώς προλειαίνει το έδαφος για τις επόμενες κινήσεις που θα οδηγήσουν σε νέες απαιτήσεις. Κατ’ αντιστοιχία, μπορεί ο Τσίπρας να “αγόρασε” μια μικρή περίοδο “μέλιτος” με τον Ζάεφ είναι βέβαιο όμως από τα μηνύματα που έστειλε η άλλη πλευρά ότι ο αλυτρωτισμός της Δημοκρατίας Βόρεια της Μακεδονίας δεν θα αργήσει να ξαναχτυπήσει με ακόμη πιο προκλητικές απαιτήσεις. Κι αν η αναθεωρητική δυναμική των βορείως της Μακεδονίας “γειτόνων” είναι αμελητέα, δεν έχουμε κανένα λόγο να μην φοβόμαστε ότι θα ξαναχρησιμοποιηθούν (πιθανόν, σύντομα) από την νεοθωμανική Τουρκία ως εργαλείο της εξωτερικής της πολιτικής – και μάλιστα αναβαθμισμένο εξαιτίας των δικαιωμάτων που τους παραχώρησαν οι Συριζανέλ.
Το παραπάνω παράδειγμα έχει ωστόσο μια ριζική διαφορά: ενώ ο Τσάμπερλεν υποχωρούσε παραχωρώντας εδάφη ξένων κρατών, ο Τσίπρας παραχωρεί τα πάντα από τη χώρα του – ε, δεν αξίζει κάτι τέτοιο μιας υποψηφιότητας Νόμπελ Ειρήνης, τουλάχιστον; Και μία βράβευση από τους Γερμανούς στο (τι ειρωνικό!) … Μόναχο;
Κλείνοντας αξίζει να υπογραμμιστεί ότι η μεγαλύτερη, αναμφισβήτητη απόδειξη για το ότι οι πολιτικές σκοπιμότητες είναι αυτές που κυριαρχούν στην βράβευση με το Νόμπελ Ειρήνης, είναι το γεγονός ότι το σύμβολο της μη-βίαιης αντίστασης στη βρετανική αποικιοκρατία στην Ινδία, ο Μαχάτμα Γκάντι, αν και προτάθηκε 5 φορές για το Νόμπελ Ειρήνης δεν του απονεμήθηκε ποτέ!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου