Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2013

ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ ΠΟΥ ΚΑΘΑΙΡΕΣΕ Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΑΝΘΙΜΟΣ!!! ΝΤΡΟΠΗ ΜΑΚΑΡΙΩΤΑΤΕ!!!

ΜΕ ΠΟΙΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΑΤΕ ΤΟΝ ΙΕΡΕΑ; ΜΕ ΝΟΜΟΥΣ ΙΕΡΑΣ ΕΞΕΤΑΣΗΣ;


Αυτός είναι ο αρχιμανδρίτης που ο μακαριώτατος Άνθιμος τον εξόντωσε μέσω του Ιερού Συνοδικού δικαστηρίου, στηριζόμενος σε καταγγελίες των οποίων η βασιμότητα είναι αστήρικτη! Οι καταγγέλλουσες δεν προσήλθαν στο  Ιερό Συνοδικό δικαστήριο ούτε προσέφυγαν σε κανένα ποινικό δικαστήριο. Μιλάμε δηλαδή για ανυπόστατες καταγγελίες! Ο δε αρχιμανδρίτης, από την πρώτη στιγμή μίλησε για σε βάρος του συκοφαντία και ότι τον οδήγησε στην ...αγχόνη της καθαίρεσης ο Μητροπολίτης, χωρίς κανένα στοιχείο!
Για ποιο λόγο ο Μητροπολίτης δεν απαίτησε από τις καταγγέλλουσες να προσφύγουν στη δικαιοσύνη ώστε να έχει έστω ένα στοιχείο στα χέρια του; Εάν κατήγγειλαν εσάς τον ίδιο Μακαριώτατε, θα ακολουθούσατε την ίδια διαδικασία; Γιατί φερθήκατε με τέτοιο ιδιοτελή τρόπο απέναντι σε έναν ιερέα, υιοθετώντας a priori συκοφαντίες ανυπόστατες;    
Η  καταδίκη ενός κληρικού με ποινή ασύλληπτης αγριότητας, που απάδει προς την χριστιανική διδασκαλία της αγάπης, οφείλει να αφυπνίσει τους πάντες. Το Ιερό Συνοδικό δικαστήριο ΠΩΣ ΚΑΙ ΓΙΑΤΊ υϊοθέτησε κατά γράμμα την εισήγηση του Μητροπολίτη  Αλεξανδρούπολης; Είναι δυνατόν το Ιερό Συνοδικό δικαστήριο να θυμίζει Ιερά Εξέταση; 
Ο πατήρ Ευστάθιος Κολλάς ξεμπροστιάζει τον Μητροπολίτη Άνθιμο! 
"Εάν ο επίσκοπος δεν εξαντλήσει τα διοικητικά δικαστικά του δικαιώματα, που του παρέχει το εκκλησιαστικό Δίκαιον, δεν εφαρμόσει πιστά τις ρητές και κατηγορηματικές διατάξεις του ΝομοΚανονικού Δικαίου και προβαίνει «εις Επισκοπικές αηδίες» (Καν. 5ος Α΄ Οικ. Συνόδου), παρανομεί ασύστολα και αδικεί κατάφορα και ηθελημένα τους Ιερείς της Μητροπολιτικής του περιφέρειας"
Δείτε τι γράφει σε άρθρο του επί του θέματος ο νομομαθής πρωτοπρεσβύτερος Ευστάθιος Κολλάς, φωτογραφίζοντας ουσιαστικά την περίπτωση του Μητροπολίτη Άνθιμου: 

ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΕΠΙ ΕΛΑΦΡΩΝ ΠΑΡΑΠΤΩΜΑΤΩΝ…. 




  • Ο Επίσκοπος έχει και διοικητικά και δικαστικά δικαιώματα χωρίς την συνηθισμένη Νομο-Κανονική δικαστική διαδικασία. Ο Νόμος ν.5383/32 «περί των εκκλησιαστικών δικαστηρίων και της προ αυτών διαδικασίας», του δίνει το δικαίωμα να ασκήσει και αυτά τα διοικητικά δικαστικά του δικαιώματα επί ελαφρών παραπτωμάτων των Ιερέων της Επισκοπής του, όμως, ύστερα από διαλογική διαδικασία με το παρεκτραπέντα Ιερωμένο. Ποία όμως είναι αυτά τα όρια που του παρέχει ο Νόμος, και εντός των οποίων οφείλει να περιοριστεί ο «κατά την κρίση του» δικαστής Επίσκοπος;
  • Πράγματι επί ελαφρών παραπτωμάτων που δεν επάγονται Κανονική ποινή ο Επίσκοπος δύναται να επιβάλλει αργία ή και ν’ αφαιρέσει το οφφίκιο από τον παρεκτραπέντα ιερέα, αλλά ύστερα από προφορική ή έγγραφη αιτιολογία του. Συγκεκριμένα ορίζεται: «Επί ελαφρών παραπτωμάτων ο Αρχιερεύς μετά προφορικήν, ή έγγραφον απολογίαν επιβάλη, εις τον παρεκτραπέντα, αργίαν μέχρι 30 ημερών μετά ή άνευ εκπτώσεως από του εκκλησιαστικού οφφικίου, αν δε το παράπτωμα προξενήσει σκάνδαλον ο Μητροπολίτης δύναται να επιβάλη αργίαν μέχρις 6 μη¬νών» (ν.5383/32, αρθρ. 11 παρ. 3, πρβλ, και άρθρα 100 & 116).
    Όμως, πολλές φορές το δικαίωμα αυτό ο Επίσκοπος το παραβιάζει ανάλογα με τις διαθέσεις του απέναντι στο κατηγορούμενο Ιερέα του, και του επιβάλλει αργία χωρίς τη διαδικασία του διαλόγου μ’ αποτέλεσμα να παραβιάζει, κατάφορα, πέραν του ισχύοντος Νόμου, και τις λίαν ρητές και κατηγορηματικές διατάξεις του ΙΒ΄ Κανόνα της Συνόδου Καρθαγένης, ο οποίος απαιτεί ο κατηγορούμενος Ιερωμένος υποχρεωτικά «ν’ ακουστεί» δηλαδή, να δικαστεί πριν του επιβληθεί η οποιαδήποτε ποινή.Ο Επίσκοπος ακόμη, εκμεταλλευόμενος τα δικαιώματα που του παρέχει ο Νόμος, αυθαιρετεί, παρερμηνεύοντας ηθελημένα τις διατάξεις του αρθρ. 102 του ν.5383/32 μ’ αποτέλεσμα να κατορθώνει όλως παράνομα και αντικανονικά, την παράταση της αργίας στον Ιερέα του και πέραν της δικαιοδοσίας του, επί ολόκληρον έτος και πλέον πολλές φορές. Το άρθρο 102 ορίζει ότι: «Επί παραπτωμάτων προβλεπομένων και υπό του κοινού Ποινικού Δικαίου, δι’ ά διετάχθη υπό της κοινής Δικαστικής Αρχής η προφυλάκισις του Ιερωμένου, ο αρμόδιος Μητροπολίτης δύ¬ναται να απαγόρευση προσωρινώς μέχρι της εκδόσεως της αποφάσεως του Εκ¬κλησιαστικού δικαστηρίου πάσαν ιεροπραξίαν».
    Δηλαδή, μόνον κάτω απ’ αυτές τις Ποινικές προϋποθέσεις δικαιούται ο Μητροπολίτης να εξαντλήσει τη δικαιοδοσία του των έξι (6) μηνών αργίας, όπερ σημαίνει ότι οφείλει εντός των έξι μηνών να συγκαλέσει το υπ’ αυτόν Εκκλησιαστικό Δικαστήριον, και να εκδόσει την απόφασή του για τον κατηγορούμενο Ιερέα του. Γιατί όταν ο Νόμος ορίζει «μέχρι της εκδόσεως της αποφάσεως του εκκλησιαστικού δικαστηρίου», ο νομοθέτης εννοεί το δικαστήριο που εξουσιάζει ο Επίσκοπος, δηλαδή το Επισκοπικό. Η αλήθεια αυτή του Νομοθέτη διαστρέφεται και έτσι ο Επίσκοπος επιτυγχάνει να ταλαιπωρεί τον Ιερέα του υπονοώντας «ως εκκλησιαστικόν δικαστήριον» την τελεσίδικον απόφαση του αρμόδιου Συνοδικού Δικαστηρίου. Με το τρόπον αυτόν ετσιθελικά και ασύστολα ο Επίσκοπος υπερβαίνει τις αρμοδιότητές του, και δυστυχώς, την οφθαλμοφανή αυτή ΝομοΚανονική παρανομία του Επισκόπου την αποδέχεται, το Πρωτοβάθμιο Συνοδικό Δικαστήριο, το οποίον σημειωτέον, «δικάζει εις πρώτον βαθμόν» και αυτό δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο εκμαυλισμός του ΝομοΚανονικού Δικαίου, πρόκειται, δηλαδή, για ένα «τραγελαφι¬κό ΝομοΚανονικό αλαλούμ». Με την ηθελημένη αυτή παρερμηνεία του ο Επίσκοπος, και με τις ευλογίες πλέον και της Ιεράς Συνόδου, το ΝομοΚανονικό Δίκαιον γίνεται λάστιχο, για να επιτυγχάνει το στόχο του, που δεν είναι άλλος παρά η ταλαιπωρία του απροστάτευτου και δύστυχου Ιερέα και της οικογενείας του.
    Δυστυχώς, είναι λυπηρόν, ότι από τη στιγμή που θα τύχει να εκλεγεί κάποιος Επίσκοπος, ένα στόχον έχει κατά νουν, τους ανυπεράσπιστους Ιερείς του, που με την αμέριστη βέβαια βοήθεια του εκλεγμένου, από τον ίδιον περιβάλλοντός του, αυτά τα άγαμα, έγγαμα και λαϊκά «γιουσουφάκια του», που με την ανοχή του επιδεικνύουν περισσή υπεροψία, αλαζονεία και ασέβειαν, αν όχι και εχθρική πολλές φορές συμπεριφορά προς το Ιερατείο της Επισκοπής, γι’ αυτό και είναι απαραίτη¬το το Ιερατικό προσωπικό των Γραφείων των Μητροπόλεων να εκλέγεται, ανά τριετίαν, από το έγγαμο Ιερατείο της Ιεράς Μητροπόλεως, και όχι από τον Επίσκοπον. Λοιπόν, για να επανέλθουμε στο θέμα μας, ο Επίσκοπος εκείνος, που πριν εξαντλήσει τα διοικητικά δικαστικά του δικαιώματα, που του παρέχει το εκκλησιαστικό Δίκαιον, δεν εφαρμόσει πιστά τις ρητές και κατηγορηματικές διατάξεις του ΝομοΚανονικού Δικαίου και προβαίνει «εις Επισκοπικές αηδίες» (Καν. 5ος Α΄ Οικ. Συνόδου), παρανομεί ασύστολα και αδικεί κατάφορα και ηθελημένα τους Ιερείς της Μητροπολιτικής του περιφέρειας. Ο Επίσκοπος, ΝομοΚανονικά, δεν έχει το δικαίωμα, να επιβάλλει αργία πέραν των έξι (6) μηνών. Επομένως μετά τη παρέλευ¬ση των έξι μηνών ο καταδικασθείς σε αργία Ιερέας αναλαμβάνει «αυτοδικαίως» τα υπηρεσιακά του καθήκοντα, αν δεν έχει εκδικασθεί ακόμη η υπόθεσή του (ν.5383/32, αρθρ. 135).
    Είναι γνωστόν Εκκλησιολογικά και δεν πρέπει ποτέ να το παραβλέπει ο Μητροπολίτης, ότι: «Ο Επίσκοπος εκείνος που θα επιχείρηση οιαδήποτε αυθαιρεσίαν επί του Πρεσβυτέρου σημαίνει, ότι ο επίσκοπος αυτός εκπίπτει της αποστολής του» (Μέγας Φαράντος, καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών. Παραδόσεις Δογματικής και Εκκλησιολογίας).

  • Πρεσβ. ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΚΟΛΛΑΣΘεολόγος – Εκκλ/κός ΣυνήγοροςΕκπρόσωπος του ΑΣ. του Ι.Σ.Κ.Ε. 
    Επί Νομο-Κανονικών Θεμάτων

    Δεν υπάρχουν σχόλια:

    Δημοσίευση σχολίου