H διατήρηση και αύξηση της πυκνότητας πρασίνου μέσα στην πόλη:
Πρωταρχική επιλογή της κάθε Διοίκησης.
γράφει ο Γιάννης Κεχρής
Δημοτικός Σύμβουλος Παπάγου - Χολαργού
Η ύπαρξη αστικών χώρων πρασίνου εντός
του αστικού ιστού επηρεάζει θετικά όλους τους τομείς της αστικής διαβίωσης
συμβάλλοντας στη διατήρηση του περιβάλλοντος και την αειφορία, στην προστασία
της βιοποικιλότητας, στη βελτίωση της ποιότητας ζωής, συντελώντας έτσι στην
ψυχική και σωματική υγεία των δημοτών της κάθε πόλης.
Το αστικό πράσινο κινδυνεύει από την ανεξέλεγκτη κοπή των
δένδρων.
Ποιο είναι ακριβώς το πρόβλημα; Συνδημότες μας αιτούνται προς το Δημοτικό Συμβούλιο για
άδεια κοπής τριών με πέντε, κατά μέσο
όρο, δένδρων τον μήνα. Αν εξαιρέσουμε τις σπάνιες και τεκμηριωμένες περιπτώσεις
από τον γεωπόνο του Δήμου που αφορούν νεκρά δένδρα, η συντριπτική πλειοψηφία
των περιπτώσεων αφορά υγιή δένδρα που
προκαλούν όμως ποικίλα και ενίοτε σοβαρά προβλήματα στους περίοικους.
Αναφέρω ενδεικτικά: το δένδρο καλύπτει
τη μεγαλύτερη έκταση της επιφάνειας ενός στενού πεζοδρομίου, ή μετατοπίζει τις
πλάκες του καθιστώντας έτσι δύσκολη και επικίνδυνη την διέλευση των πεζών.
Άλλες φορές καταστρέφει την περίφραξη παρακείμενης ιδιοκτησίας, τον μηχανισμό
γκαραζόπορτας, εμποδίζει την πρόσβαση στο πάρκινγκ πολυκατοικίας, επηρεάζει τα
θεμέλια παρακείμενου κτηρίου ή το υπόγειο δίκτυο αποχέτευσης κοκ. Φυσικά εδώ
πρέπει να αναφερθούν περιπτώσεις που περίοικοι απλά ενοχλούνται από τα φύλλα
που μπαίνουν στις αυλές τους και από τα πουλιά που έχουν φτιάξει τις φωλιές και
κελαηδούν στα μπαλκόνια τους κοκ.
Πως αντιδρά το Δημοτικό Συμβούλιο στις
αιτήσεις αυτές; Συνήθως η συντριπτική πλειοψηφία των
Δημοτικών Συμβούλων ψηφίζει υπέρ της άδειας κοπής του δένδρου. Το πρόβλημα στην πράξη αντιμετωπίζεται με την λογική: «αν το δένδρο δικαιολογημένα ενοχλεί,
το κόβουμε».
Που θα οδηγήσει όμως αυτή η λογική αν
συνεχιστεί η εφαρμογή της; Με βάση τον
ρυθμό κοπής των δένδρων, όπως επίσης και λόγω της συνεχιζόμενης οικοδόμησης
στους λίγους εναπομείναντες ελεύθερους χώρους, η πυκνότητα πρασίνου μέσα στον
Δήμο μας κινδυνεύει να μειωθεί.
Οι περιβαλλοντολογικές συνέπειες θα
είναι σημαντικές κυρίως με την μεταβολή του μικροκλίματος, την άνοδο της θερμοκρασίας τοπικά, την
επιδείνωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και τελικά την δραματική επιβάρυνση της
ποιότητας ζωής μας.
Εδώ θα κάνω μία παρένθεση αναφέροντας ότι η βασική
αιτία του προβλήματος είναι η χωρίς μελέτη, άναρχη τοποθέτηση και επιλογή του
είδους των δένδρων και η χωρίς περιορισμούς οικοδόμηση όλων των ελευθέρων χώρων
από προηγούμενες διοικήσεις με μόνη δικαιολογία το γεγονός ότι εκείνη την
εποχή το οικολογικό πρόβλημα δεν είχε ακόμα προκύψει και οι περισσότερες πόλεις
αναπτύσσονταν με παρόμοιο τρόπο.
Τι θα πρέπει να γίνει από εδώ και πέρα; Πρώτα
από όλα αλλαγή φιλοσοφίας. Έτσι θα πρέπει να υιοθετηθεί η βασική αρχή ότι «η επιβίωση ακόμη και ενός δένδρου αποτελεί
βασική προτεραιότητα».
Θα αναφέρω για παράδειγμα την ανάπλαση
ενός πεζοδρομίου. Ως τώρα βασικές προτεραιότητες ήταν η «βαδισημότητα», η
δυνατότητα κυκλοφορίας των αυτοκινήτων, η εξασφάλιση θέσεων στάθμευσης, η
τοποθέτηση του αστικού εξοπλισμού, η ελάττωση του κόστους κοκ. Υπό το πρίσμα
των δυσμενών περιβαλλοντολογικών εξελίξεων θα πρέπει να προστεθεί ως βασική προτεραιότητα και η επιβίωση αν όχι
η αύξηση των ήδη υπαρχόντων δένδρων.
Και τι θα πρέπει να γίνει αν οι παραπάνω
προτεραιότητες δεν συνδυάζονται και το δένδρο θα πρέπει, παρά την καλή διάθεση,
να κοπεί; Τότε θα πρέπει να υιοθετηθεί και μία
άλλη συμπληρωματική αρχή: «το δένδρο που
κόβεται, αντικαθίσταται ή μεταφέρεται».
Ιδέες και λύσεις υπάρχουν και θα
μπορούσαν να επιλεγούν με την συμβολή ειδικών. Σε ένα στενό πεζοδρόμιο που τα
δένδρα θα πρέπει να κοπούν, για να εξασφαλισθεί η βαδισιμότητα, θα μπορούσαν
αυτά, για παράδειγμα, με ειδικές προϋποθέσεις και σε συγκεκριμένους δρόμους να
τοποθετηθούν από την μέση, στην άκρη του πεζοδρομίου. Ενίοτε, σε ένα δρόμο με
δύο άχρηστα, από πλευράς βαδισιμότητας, στενά πεζοδρόμια μπορεί, διατηρώντας τα
δένδρα να δημιουργηθεί ένα λειτουργικό πεζοδρόμιο αυξάνοντας το πλάτος του
ενός, μειώνοντας το πλάτος του άλλου και διατηρώντας ταυτόχρονα σταθερό το
πλάτος του οδοστρώματος.
Πέρα όμως από την διατήρηση, σημασία έχει και η αύξηση της
πυκνότητας πρασίνου μέσα στην πόλη.
Έτσι η δενδροφύτευση δεν θα πρέπει να περιορίζεται στα στενά όρια του
βουνού αλλά να επεκτείνεται και μέσα
στην πόλη. Θα πρέπει να επιδιώξουμε την διείσδυση του δάσους μέσα στην πόλη με νησίδες πρασίνου (ακάλυπτοι ελεύθεροι χώροι με πυκνή δενδροκάλυψη)
συνδεδεμένες με πράσινα μονοπάτια
(πεζόδρομοι με πυκνή βλάστηση). Να αυξήσουμε την πυκνότητα του πρασίνου με
παρεμβάσεις όπως την μετατροπή των τσιμεντένιων σε πράσινες στέγες. Να μεταβάλλουμε την αισθητική μας κουλτούρα για την
αρχιτεκτονική του περιβάλλοντα χώρου, για παράδειγμα, το Δημαρχείο αν και
όμορφο αρχιτεκτονικά είναι απαράδεκτο οικολογικά αφού ο περιβάλλων χώρος θα
έπρεπε να είχε περισσότερο πράσινο. Και στην χώρα μας με την σπάνιες πλέον
βροχοπτώσεις, τους παρατεταμένους καύσωνες και τις ολοένα μεγαλύτερες ανάγκες
για νερό όταν μιλάμε για πράσινο, θα
πρέπει να εννοούμε ψηλά δένδρα, με σχετικά μικρή ανάγκη ποτίσματος και με
πλούσιο φύλλωμα που απορροφούν μικροσωματίδια και ελαττώνουν την θερμοκρασία
και όχι γκαζόν με σιντριβάνια που απαιτούν μεγάλες ποσότητες νερού και δεν
αποδίδουν το ίδιο σε οξυγόνο και «απορύπανση» της ατμόσφαιρας όπως τα μεγάλα
δένδρα.
Όλα αυτά προϋποθέτουν μεταβολή της
αντίληψής μας για τον ελεύθερο χώρο. Θα
πρέπει να θεωρήσουμε κάθε ελεύθερο δημόσιο
χώρο δυνητικά ως χώρο πρασίνου. Αυτό σημαίνει πρακτικά περιορισμό
της οικοδόμησης, όπου χρειάζεται,.
Είναι μία πολιτική πολιτικού και οικονομικού κόστους που θα πρέπει όμως
θαρραλέα και υπεύθυνα να ακολουθήσουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου