Τρίτη 29 Ιουλίου 2014

ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ: "Καὶ βγῆκαν τώρα κάτι δικοί μας κυβερνῆτες, Ἕλληνες, σπορὰ τῆς ἐβραιουργιᾶς, ποὺ εἶπαν νὰ μᾶς σβήσουν τὴν Ἁγία Πίστη, τὴν Ὀρθοδοξία, διότι ἡ Φραγκιὰ δὲν μᾶς θέλει μὲ τέτοιο ντύμα Ὀρθόδοξον"

   
Στρατηγὸς Ἰωάννης Μακρυγιάννης:
Τότε, ἐκεῖ ποὺ καθόμουν εἰς τὸ περιβόλι μου καὶ ἔτρωγα ψωμί, πονώντας ἀπὸ τὶς πληγές, ὅπου ἔλαβα εἰς τὸν ἀγώνα καὶ περισσότερο πονώντας διὰ τὶς μέσα πληγὲς ὅπου δέχομαι διὰ τὰ σημερινὰ δεινά της Πατρίδος, ἦλθαν δύο ἐπιτήδειοι,ἄνθρωποι τῶν γραμμάτων, μισομαθεῖς καὶ ἄθρησκοι, καὶ μοῦξηγῶνται ἔτσι: «Πουλᾶς Ἑλλάδα, Μακρυγιάννη».
Ἐγώ, στὴν ἄθλιαν κατάστασίν μου, τοὺς λέγω: «Ἀδελφοί, μὲἀδικεῖτε. Ἑλλάδα δὲν πουλάω, νοικοκυραῖγοι μου. Τέτοιονἀγαθὸν πολυτίμητον δὲν ἔχω εἰς τὴν πραμάτειάν μου. Μὰκαὶ νὰ τὸ ’χα, δὲν τὸ ’δινα κανενός. Κι’ ἂν πουλιέται Ἑλλάδα, δὲν ἀγοράζεται σήμερις, διότι κάνατε τὸν κόσμον ἐσεῖς λογιώτατοι, νὰ μὴν θέλει νὰ ἀγοράσει κάτι τέτοιο».
.
Ἔφυγαν αὐτοί. Κι’ ἔκατσα σὲ μίαν πέτραν μόνος καὶ ἔκλαιγα. Μισὸς ἄνθρωπος καταστάθηκα ἀπὸ τὸ ντουφέκι τοῦ Τούρκου, τσακίστηκα εἰς τὶς περιστάσεις τοῦ ἀγώνα καὶκυνηγιέμαι καὶ σήμερον. Κυνηγιῶνται καὶ ἄλλοι ἀγωνιστὲς πολὺ καλύτεροί μου, διότι ἐγὼεἶμαι ὁ τελευταῖος καὶ ὁ χειρότερος. Καὶ οἱ πιὸ καλύτεροι ὅλων ἀφανίστηκαν.
Αὐτοὶ ποὺ θυσίασαν ἀρετὴ καὶ πατριωτισμόν, γιὰ νὰ εἰπωθεῖ ἐλεύτερη ἡ Ἑλλάδα κι’ἐχάθηκαν φαμελιὲς ὁλωσδιόλου, εἶπαν νὰ ζητήσουν ἕνα ἀποδειχτικὸν ποὺ νὰ λέγει ὅτιἔτρεξαν κι’ αὐτοὶ εἰς τὴν ὑπηρεσίαν τῆς Πατρίδος καὶ Τοῦρκο δὲν ἄφηκαν ἀντουφέκιγο.
Πῆγε νὰ’ νεργήσει ἡ Κυβέρνηση καὶ βγῆκαν κάτι τσασίτες καὶ σπιγοῦνοι, ποὺ δουλεύουν μίσος καὶ ἰδιοτέλεια, καὶ εἶπαν «ὄχι». Καὶ εἶπαν καὶ βρισιὲς παλιὲς διὰ τοὺς ἀγωνιστές. Γιὰνὰ μὴν πάρουν τὸ ἀποδειχτικόν, ἕνα χαρτὶ ποὺ δὲν κάνει τίποτες γρόσια.
.
Πατρίδα νὰ θυμᾶσαι ἐσὺ αὐτοὺς ὅπου, διὰ τὴν τιμὴν καὶ τὴν λευτερίαν σου, δὲν λογαρίασαν θάνατο καὶ βάσανα. Κι’ ἂν ἐσὺ τοὺς λησμονήσεις, θὰ τοὺς θυμηθοῦν οἱ πέτρες καὶ τὰ χώματα, ὅπου ἔχυσαν αἵματα καὶ δάκρυα.
Θεέ, συχώρεσε τοὺς παντίδους, ποὺ θέλουν νὰ μᾶς πάρουν τὸν ἀγέρα ποὺ ἀναπνέομεν καὶτὴν τιμὴν ποὺ μὲ ντουφέκι καὶ γιαταγάνι πήραμε. Ἐμεῖς τὸ χρέος, τὸ κατὰ δύναμιν,ἐπράξαμεν. Καὶ αὐτοὶ βγῆκαν σήμερον νὰ προκόψουν τὴν Πατρίδα. Μας γέμισαν φατρία καὶ διχόνοιαν. Και τὴν Πατρίδα δὲν τὴν θέλουν Μητέρα κοινή. Ἀμορόζα εἰς τὰ κρεβάτια τοὺς τὴν θέλουν. Γι’ αὐτὸ περνοῦν καὶ ρεθίζουν τὸν κόσμον μὲ τέχνες καὶ καμώματα.
.
Καὶ καζαντίσαν αὐτοὶ πουγγιὰ καὶ ἀγαθὰ καὶ ἀφήκαν τοὺς ἀγωνιστές, τὶς χῆρες καὶ τὰὀρφανὰ εἰς τὴν ἄκρην. Αὐτοὶ εἶναι οἱ ἀνθρώπινοι λύκοι, ποὺ φέραν δυστυχήματα καὶκίντυνον εἰς τὸν τόπον. Ἂς ὄψονται.
Τότε ποὺ ἡ Τουρκιὰ ἐκατέβαινε ἀπὸ τὰ ντερβένια καὶ ὀλίγοι ἔτρεχαν μὲ ὀλίγα ντουφέκια, μὲ τριχιὲς δεμένα, νὰ πολεμήσουν, θέλοντας λευτεριὰν ἢ θάνατον, οἱ φρόνιμοι ἀσφάλιζαν τὶς φαμελιὲς τοὺς εἰς τὰ νησιὰ κι’ αὐτοὶ τρέχαν εἰς ρεματιὲς καὶ βουνά, μὴ βλέποντας ποτὲΤούρκου πρόσωπον. Κι’ ὅταν ἀκοῦγαν τὰ ντισμπάρκα τῶν Τούρκων, τρέχαν μακρύτερα. Τώρα θέλουν δικήν τους τὴν Πατρίδα καὶ κυνηγοῦν τοὺς ἀγωνιστές.
Ἐγίναμε θηρία ποὺ θέλουν κριγιάτα (κρέατα) ἀνθρωπινὰ νὰ χορτάσουν. Καὶ χωρίζουν τὸν κόσμον σὲ πατριῶτες καὶ ἀντιπατριῶτες. Αὐτοὶ γίναν οἱ σημαντικοί της Πατρίδος καὶ οἱἄλλοι νὰ χαθοῦν. Δὲν ξηγιῶνται γλυκότερα νὰ φυλάξωμεν Πατρίδα καὶ νὰ δοῦμεν λευτερίαν πραγματικήν. Ρωμαίγικον δὲν φτιάχνεται χωρὶς οὖλλοι νὰ θυσιάσουν ἀρετὴν καὶ πατριωτισμόν. Καὶ χωρὶς νὰ πάψει ἡ μέσα, ἡ δική μας τυραγνία.
.
Καὶ βγῆκαν τώρα κάτι δικοί μας κυβερνῆτες, Ἕλληνες, σπορὰ τῆς ἐβραιουργιᾶς, ποὺ εἶπαν νὰ μᾶς σβήσουν τὴν Ἁγία Πίστη, τὴν Ὀρθοδοξία, διότι ἡ Φραγκιὰ δὲν μᾶς θέλει μὲ τέτοιο ντύμα Ὀρθόδοξον. Και ἐκάθησα καὶ ἔκλαιγα διὰ τὰ νέα παθήματα. Καὶ ἐπῆγα πάλιν εἰς τοὺς φίλους μου τοὺς Ἁγίους. Ἄναψα τὰ καντήλια καὶ ἐλιβάνισα λιβάνιν καλὸν ἁγιορείτικον.
Καὶ σκουπίζοντας τὰ δάκρυά μου τοὺς εἶπα:
«Δὲν βλέπετε ποῦ θέλουν νὰ κάμουν τὴν Ἑλλάδα παλιοψάθα; Βοηθεῖστε, διότι μᾶς παίρνουν, αὐτοὶ οἱ μισοέλληνες καὶ ἄθρησκοι, ὅ,τι πολυτίμητον τζιβαϊρικὸν ἔχομεν.Φραγκεμένους μᾶς θέλουν τὰ τσογλάνια τοῦ τρισκατάρατού του Πάπα. Μὴν ἀφήσετε,Ἅγιοί μου αὐτὰ τὰ γκιντὶ πουλημένα κριγιάτα τῆς τυραγνίας νὰ μασκαρέψουν καὶ νὰἀφανίσουν τοὺς Ἕλληνες, κάνοντας περισσότερα κακὰ ἀπὸ αὐτὰ ποὺ καταδέχθηκεν ὁΤοῦρκος ὡς τίμιος ἐχθρός μας».
Ἕνας δικός μου ἀγωνιστής μου ἔφερε καὶ μοῦ διαβασεν ἕνα παλαιὸν χαρτί, ποὺ ἔγραψεν ὁκοντομερίτης μου Ἅγιος παπάς, ὁ Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός. Τὸν ἐκρέμασαν εἰς ἕνα δέντρον Τοῦρκοι καὶ Ἑβραῖοι, διότι ἔτρεχεν ὁ εὐλογημένος παντοῦ καὶ ἐδίδασκεν Ἑλλάδα,Ὀρθοδοξία καὶ Γράμματα.
.
Ἔγραφεν ὁ μακάριος ἐκεῖνος ὅτι:
«Ἕνας ἄνθρωπος νὰ μὲ ὑβρίσει, νὰ φονεύσει τὸν πατέρα μου, τὴν μητέρα μου, τὸν ἀδελφόν μου καὶ ὕστερα τὸ μάτι νὰ μοῦ βγάλει, ἔχω χρέος σὰν χριστιανὸς νὰ τὸν συγχωρήσω. Τὸ νὰὑβρίσει τὸν Χριστόν μου καὶ τὴν Παναγία μου, δὲν θέλω νὰ τὸν βλέπω».
.
πηγή:Ρωμαίικο Οδοιπορικό

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου